π. Βασίλειος Θερμός (Vasileios Thermos)
Η παρούσα μελέτη αποτελεί τμήμα μιας σειράς μελετών που προέκυψαν από το ερευνητικό πρόγραμμα με τίτλο «Η σύγχρονη Ορθόδοξη ταυτότητα και οι προκλήσεις του πλουραλισμού και της σεξουαλικής διαφορετικότητας σε μία εποχή εκκοσμίκευσης», το οποίο αποτελεί συλλογική πρωτοβουλία ερευνητών από το Κέντρο Ορθοδόξων Χριστιανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Fordham (ΗΠΑ) και το Πανεπιστήμιο του Exeter (Ηνωμένο Βασίλειο), το οποίο χρηματοδοτήθηκε από το Βρετανικό Συμβούλιο, το ίδρυμα «Φίλοι του Βρετανικού Συμβουλίου» και το Ίδρυμα Henry Luce, στο πλαίσιο του προγράμματος «Φωνές που γεφυρώνουν» («Bridging Voices») του Βρετανικού Συμβουλίου. Τον Αύγουστο του 2019, 55 ερευνητές συμμετείχαν σε ένα διεθνές συνέδριο στον Οίκο του αγίου Στεφάνου, στην Οξφόρδη. Οι ανακοινώσεις που παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο του συνεδρίου αυτού, αντανακλούν όλη την ποικιλία των απόψεων που εκπροσωπήθηκαν, ενώ παράλληλα φανερώνουν την ανάγκη επιπρόσθετου προβληματισμού και διαλόγου γύρω από τα περίπλοκα αυτά και αμφιλεγόμενα θέματα.

Πιστεύει άραγε κανείς ακόμη ότι η βιβλική «σύγχυση των γλωσσών» (Γεν. 11: 1-9) αναφέρεται μονάχα στον πολλαπλασιασμό των ανθρώπινων γλωσσών; Η σημερινή δημοτικότητα των συζητήσεων γύρω από την ομοφυλοφιλία και τη δυσανεξία φύλου υποδηλώνει ότι αυτό που θεωρήθηκε κοινός τόπος για την ανθρώπινη σεξουαλικότητα στις προηγούμενες γενιές δεν είναι τόσο αυτονόητο πια.
Οι σύγχρονες ηθικές αντιρρήσεις για φαινόμενα όπως η ομοφυλοφιλία ή η δυσανεξία φύλου συχνά βασίζονται σε αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «επιχείρημα της φύσης»: «αυτό είναι αφύσικο», «αυτό είναι ενάντια στη φύση» και ούτω καθεξής. Ένα τέτοιο επιχείρημα δεν χρησιμοποιείται μόνο από όσους βρίσκονται εκτός της Εκκλησίας. Το μεταχειρίζονται εξίσου και οι Ορθόδοξοι χριστιανοί. Πράγματι, ένα σημαντικό εμπόδιο στις προσπάθειες της Ορθόδοξης Εκκλησίας να διαμορφώσει μία πιο εποικοδομητική στάση απέναντι στους ομοφυλόφιλους και τους διεμφυλικούς είναι η ιδέα της «φύσης», όπως την αντιλαμβάνονται πολλά από τα μέλη της.
Πρέπει όμως η Ορθόδοξη Εκκλησία να υιοθετεί μία λογική παρόμοια με εκείνους που βρίσκονται εκτός Εκκλησίας, κάποιοι από τους οποίους επικαλούνται το επιχείρημα της φύσης όχι μόνο για να αποκλείσουν τους ομοφυλόφιλους και τους διεμφυλικούς, αλλά και για να δικαιολογήσουν την εχθρότητα ή ακόμη και τη βία εναντίον τους; Είναι η Ορθόδοξη θεολογία συμβατή με μία τέτοια αντίληψη της «φύσης»;
Φοβάμαι ότι υιοθετώντας το επιχείρημα της φύσης ως θεολογικά ορθό, η Ορθόδοξη Εκκλησία χάνει μία καίρια ευκαιρία να δει με κριτικό μάτι την ανομολόγητη οφειλή της στον πιο εξέχοντα θεολόγο του μεσαιωνικού καθολικισμού, τον Θωμά Ακινάτη. Ο Ακινάτης πράγματι θεωρείται γενικώς ως πατέρας της θεωρίας του φυσικού νόμου, ορίζοντας τη φύση με σχολαστικούς όρους ως ένα σταθερό σύνολο «μορφών» ή «ουσιών» που αποτελούν θεμέλιο της πραγματικότητας και παράγονται από την ανθρώπινη λογική. Σύμφωνα με τον Ακινάτη, η αμαρτία θεωρείται παραβίαση ή καταστροφή αυτής της «φύσης»· οδηγώντας σε ένα περισσότερο ή λιγότερο επιζήμιο αποτέλεσμα. Με βάση την αντίληψη αυτή, ο Ακινάτης οικοδόμησε μία ιεραρχία αμαρτιών και παθών, από την οποία απορρέουν συγκεκριμένες ηθικές αποτιμήσεις.
Από αυτή την άποψη, κάτι σαν την ομοφυλοφιλία θα αντιμετωπίζονταν ως αντικειμενική αμαρτία (ST, ΙΙ-ΙΙ, 154), καθόσον υπερβαίνει τα όρια μιας εξάπαντος καθορισμένης ανθρώπινης φύσης. Επομένως, η άποψη του Ακινάτη είναι ουσιοκρατική: διακηρύσσοντας μία σταθερή «φύση» ως το απόλυτο κριτήριο για την τάξη του κόσμου, μετατοπίζει την ανησυχία για τον άνθρωπο, ως αμαρτωλό, προς τη «μορφή» ή την «ουσία» που φέρεται να έχει φθαρεί από την αμαρτία.
Ωστόσο, ακολουθώντας τη δική του ιεράρχηση της αρνητικής επίδρασης ορισμένων αμαρτιών πάνω στη «φύση», ο Ακινάτης καταλήγει σε παράλογες και αυθαίρετες ηθικές εκτιμήσεις. Ο αυνανισμός, για παράδειγμα, θεωρείται χειρότερος από την αιμομιξία, καθώς εκείνος παρεμποδίζει την αναπαραγωγή, ενώ η ετεροφυλόφιλη συνουσία, ακόμη και μεταξύ των συγγενών, δεν το κάνει. Παρόλα αυτά, στις μέρες μας, η Καθολική Εκκλησία επιμένει να αντιμετωπίζει τα σεξουαλικά ήθη με βάση τον Ακινάτη, δηλαδή ως προσβολή ενάντια σε μία θεόθεν καθιερωμένη «φυσική» τάξη νοημάτων (1). Μιλώντας ειλικρινά, η διάχυτη αυτή νοοτροπία, μαζί με τον νομικισμό που συχνά την συνοδεύει, σήμερα είναι ασφυκτική τόσο για μένα όσο και για πολλούς άλλους ανθρώπους.
Μέχρι στιγμής, η Ορθόδοξη θεολογία φαίνεται να μην κατανοεί ότι, όταν προσφεύγει στο επιχείρημα της φύσης, παίζει το ρόλο ενός πιστού θωμιστή. Σε μία πρόσφατη προσωπική επικοινωνία που είχα με τον Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα, ο ίδιος απέρριψε αυτό το επιχείρημα χωρίς κανένα δισταγμό. Η γραμμή αυτή σκέψης, επεσήμανε, εάν ακολουθηθεί αυστηρά στην κατάληξη της, μπορεί να καταστρέψει την εκκλησιαστική ζωή και το πνεύμα: «Είναι ο μοναχισμός και η αγαμία φυσική;» Τώρα, θα ήθελα να προσθέσω στο ρητορικό του ερώτημα: Είναι ο ασκητισμός φυσικός; Είναι ο αλτρουισμός φυσικός; Επιτρέψτε μου να το σπρώξω λίγο περισσότερο: Είναι το φάρμακο φυσικό;
* * *
Σε αντίθεση με το άκαμπτο φυσιοκρατικό πλαίσιο του Ακινάτη, για τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, τον κατεξοχήν Πατέρα της Εκκλησίας που υπογράμμισε τον λογικό χαρακτήρα της ανθρώπινης φύσης, η τάξη του σύμπαντος προέρχεται από τους λόγους που έχουν εμφυτευτεί από τον Θεό στα πλάσματα. Αντί να έχουν καθοριστεί εφάπαξ, τέτοιοι δυναμικοί λόγοι προσανατολίζονται κατά βάση προς τον μέλλοντα κόσμο. Η Φύση, σύμφωνα με τον Μάξιμο, έχει έτσι προικισθεί με τις προθέσεις του Θεού, οι οποίες της επιτρέπουν να προσαρμόζεται σταδιακά στο βιβλικό κάλεσμα για «ομοίωση» με τον θείο Λόγο, τον ίδιο τον Υιό (Γεν. 1: 26-28).
Εδώ, η πολυτιμότητα της φύσης δεν προκύπτει από προϋπάρχουσες μορφές ή ουσίες με κάποια έμφυτη δομική τελεολογία, καθορισμένη μια για πάντα και δήθεν απειλούμενη από τη ομοφυλοφιλία και τη δυσανεξία φύλου. Η φύση κυρίως θα πρέπει να τιμάται λόγω της προέλευσής της από τον θείο Λόγο και, σε συνεργασία με τη χάρη, λόγω της αυξανόμενης συμμόρφωσής της με τον ίδιο αυτό Λόγο, στην πορεία της ιστορίας. Στη μαξιμιανή αυτή προοπτική, η φύση είναι πράγματι λογική· όχι με τη θωμιστική έννοια ενός περιοριστικού φραγμού, αλλά με την έννοια ενός δώρου, μιας ικανότητας, μιας κίνησης, μιας ανυπόμονης λαχτάρας για τα υποσχεθέντα αγαθά.
Για να συνοψίσουμε, η «φύση» του Ακινάτη διαφέρει αισθητά από τη φύση του Μαξίμου. Μία τέτοια διάκριση παραβλέπεται εύκολα σε ένα ομοφοβικό πλαίσιο εκτός Εκκλησίας. Το ότι η Ορθόδοξη θεολογία συνεχίζει να το αγνοεί αυτό δεν είναι μόνο απογοητευτικό αλλά και εξαιρετικά ανησυχητικό. Πράγματι, όσο η Ορθόδοξη Εκκλησία συνεχίζει να απορρίπτει την ομοφυλοφιλία και τη δυσανεξία φύλου με βάση το επιχείρημα της φύσης, συμβάλλει στην συνεχώς αυξανόμενη απειλή των εφαρμοσμένων δυστοπιών. Κάθε αυθαίρετο κοινωνικό πρόγραμμα εύκολα δικαιολογείται σήμερα, θεωρώντας πως η «φύση» έχει καθοριστεί μια για πάντα στο μακρινό παρελθόν. Ποιος είναι όμως εκείνος που το αποφασίζει αυτό;
Σε πολλούς κύκλους, η δυσκαμψία της μεσαιωνικής ουσιοκρατίας έφτασε στην κατάρρευση της με τη μετα-νεωτερική αποδόμηση. Τι ωραία που θα ήταν αν συνέβαινε το ίδιο και για τον λανθάνοντα θωμισμό στην Ορθόδοξη Εκκλησία! Εκεί που η θωμιστική «φύση» επικεντρώνεται στην υποτιθέμενη προέλευση των πραγμάτων, η φύση του Μαξίμου μας προσανατολίζει πάντα προς ένα μέλλον γνωστό μόνο στον Θεό. Ποιο καλύτερο θεολογικό πλαίσιο θα υπήρχε για να πείσει τους μη χριστιανούς ότι ο Χριστιανισμός δεν είναι στραμμένος νοσταλγικά προς το παρελθόν; Εξάλλου, οι Χριστιανοί θα πρέπει να είναι οι οραματιστές της κοινωνίας· με το βλέμμα στραμμένο προς ένα μέλλον που προξενεί οΘεός.
* * *
Τα σύγχρονα κινήματα ΛΟΑΤΚΙ υπονομεύουν έντονα τις παραδοσιακές διακρίσεις φύλου. Μπορεί κανείς ακόμη και να σχηματίσει την εντύπωση ότι τέτοιες κινήσεις στοχεύουν στον επανασχεδιασμό της ανθρώπινης φύσης από το μηδέν. Τα σώματα και οι ψυχές αντιμετωπίζονται τώρα ως πρωταρχικό θέμα σε ένα ανεξέλεγκτο παγκόσμιο εργαστήριο και, πιθανότατα λόγω μιας ψευδαίσθησης παντοδυναμίας, υποτίθεται ότι μπορούν να προσαρμοστούν σε οποιοδήποτε πειραματισμό ή τροποποίηση μπορεί να φανταστεί κανείς.
Αν και τα θέματα που ανακύπτουν είναι εξαιρετικά ακανθώδη, είμαι πεπεισμένος ότι αποτελούν μία καλή ευκαιρία για την Ορθόδοξη θεολογία. Εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί έχουμε πράγματι μία θεολογική κληρονομιά που μας δίνει τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουμε αυτά τα ζητήματα με επιδεξιότητα. Όμως, «αντιμετωπίζουμε» δεν σημαίνει ότι έχουμε προκατασκευασμένες λύσεις που θα υποβάθμιζαν την πολυπλοκότητα τέτοιων σύγχρονων ζητημάτων. Σημαίνει μάλλον ότι, με σκληρή δουλειά, θα μπορέσουμε να αντλήσουμε από την πλούσια παράδοσή μας κριτήρια, που θα μας προσφέρουν κάποια απαιτούμενη καθοδήγηση για αυτές τις συζητήσεις.
Με δεδομένη την ευρεία διάδοση του επιχειρήματος της φύσης, τόσο εντός, όσο και εκτός της Εκκλησίας, είναι φανερό ότι η ομοφυλοφιλία και η δυσανεξία φύλου θα πρέπει να εξεταστούν εκ νέου μέσω άλλων θεολογικών οπτικών, συμπεριλαμβανομένης και της προσέγγισης του Μαξίμου. Δεν γνωρίζουμε το αποτέλεσμα αυτής της εξέτασης. Μία τέτοια προσπάθεια όμως θα επιτρέψει, σε όσους από εμάς εμπλέκονται στον δημόσιο διάλογο, να αποφύγουμε τις κοινές αντιδράσεις τύπου «μάχη ή φυγή» και να απορρίψουμε την ψεύτικη θεολογική διάκριση μεταξύ «Συντηρητικών» και «Φιλελεύθερων». Από θεολογική σκοπιά, αποτελεί πεποίθησή μου ότι τόσο οι «Συντηρητικοί» όσο και οι «Φιλελεύθεροι» αγνοούν την αλήθεια και υποφέρουν από σοβαρές ελλείψεις· μία υπερβολικά στενή ερμηνεία της «παράδοσης» αφενός και μία άκριτη υιοθέτηση της μετανεωτερικότητας αφετέρου.
Καταλαβαίνω απολύτως ότι το παρόν σημείωμα είναι υπερβολικά λακωνικό και απλά οραματικό. Ωστόσο, φιλοδοξεί να συμβάλει στο απαραίτητο εναρκτήριο έργο της χαρτογράφησης μιας μελλοντικής πορείας. Θα μπορούσαμε, για παράδειγμα, να διευκολύνουμε την ποιμαντική εφαρμογή της προαναφερθείσας μαξιμιανής θεώρησης της φύσεως, και μάλιστα με γνώμονα την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού; Έτσι, ως εναλλακτική λύση απέναντι στην επικρατούσα καρικατούρα της «φύσης» (ένα δεδομένο που επιβάλλει τάξη στο σύμπαν με προκρούστιο τρόπο) η Ορθόδοξη θεολογία θα μπορούσε να προσφέρει την υπόσχεση και την ευθύνη ότι θα δουλέψει μαζί με τον Θεό για να καταστήσει τη φύση αυτό που θα μπορούσε να είναι.
(1) John Slovikovski, “Homosexuality and the Formation of Conscience: An Examination of Catholic Anthropological, Theological, and Ethical Evaluations in Light of Contemporary Moral Markers” (Η ομοφυλοφιλία και η διαμόρφωση συνείδησης: Εξέταση των Καθολικών ανθρωπολογικών, θεολογικών και δεοντολογικών αξιολογήσεων υπό το φως των σημερινών ηθικών αξιών) (PhD diss., Duquesne University, 2011), 16–28.
Ο π. Βασίλειος Θέρμος είναι ψυχίατρος, καθηγητής και ιερέας της Εκκλησίας της Ελλάδας.
Η Δημόσια Ορθοδοξία αναζητεί να προωθήσει το διάλογο προσφέροντας φόρουμ για διαφορετικές απόψεις επί συγχρόνων θεμάτων που σχετίζονται με τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό. Οι θέσεις που εκφράζονται σε αυτό το δοκίμιο είναι αποκλειστικά του συγγραφέα και δεν απηχούν απαραίτητα τις απόψεις των εκδοτών του Κέντρου Ορθοδόξων Χριστιανικών Μελετών.