Uncategorized

Το διχασμένο σπίτι των χριστιανών της Μέσης Ανατολής

Δημοσιεύθηκε στις: 7 Ιανουαρίου, 2020
Σύνολο προβολών 218
Αξιολόγηση αναγνωστών:
0
(0)

Πωλ Γκανταλλά (Paul Gadalla)

...

Η σημερινή κατάσταση είναι ζοφερή για τους χριστιανούς στη Μέση Ανατολή, που είναι χωρισμένοι χονδρικά σε Ανατολικούς Ορθόδοξους (του «βυζαντινού τυπικού») και Αρχαίους Ανατολικούς Ορθόδοξους (του «ανατολικού τυπικού»). Εγκλωβίζονται σε δικτατορίες, παραγκωνίζονται από το πολιτικό Ισλάμ και πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης από ένοπλες ομάδες, ενώ οι εκκλήσεις τους για βοήθεια γενικά αγνοούνται από τις Δυτικές δυνάμεις.

Ωστόσο, παρά τη μείωση του αριθμού τους και την φθίνουσα επιρροή, οι μικρές φιλονικίες ανάμεσα στις χριστιανικές εκκλησίες της Μέσης Ανατολής επιμένουν ως σήμερα, παρά τις διάφορες οικουμενικές συναντήσεις. Ακόμη χειρότερα, αυτές οι διαμάχες έχουν εξαπλωθεί σε εδάφη πέρα από τα παραδοσιακά σύνορά τους. Είναι αλλόκοτο να ακούς κληρικούς και λαϊκούς, ακόμη και στις ΗΠΑ, να κατηγορούν άλλους ότι «δεν είναι ορθόδοξοι», ενώ το σπίτι μας, η Εκκλησία του Χριστού, είναι πνιγμένη από κυριολεκτικές και εικονικές μάχες.

Πάρτε για παράδειγμα τα γνωστά ατυχή περιστατικά, όπου Έλληνες και Αρμένιοι κληρικοί εμπλέκονται σε δημόσια γρονθοκοπήματα μέσα στον Πανάγιο Τάφο, εκεί όπου είχε ταφεί ο Χριστός μας.

Φαίνεται ότι δεν μάθαμε τίποτα από τον ίδιο τον Χριστό: «Κάθε βασίλειο που χωρίζεται σε αντιμαχόμενα μέρη, καταλήγει σε ερήμωση, και κάθε πόλη ή σπίτι που χωρίζεται σε αντίπαλα μέρη, δεν θα αντέξει» (Μτ. 12:25). Η φράση αυτή απευθυνόταν στους Φαρισαίους, εκείνους που κάποιες φορές έβαζαν την υλική ισχύ ορισμένων σε τούτον τον κόσμο πιο πάνω από τη καθολική σωτηρία στην άλλη ζωή.

Γιατί γίνεται όλη αυτή η φασαρία; Από το έτος 451, οι κοπτικές, αρμενικές και συριακές εκκλησίες έχουν χωριστεί από τις βυζαντινές εκκλησίες μετά τη Σύνοδο της Χαλκηδόνας, σχετικά με την περιγραφή της φύσης του Χριστού (δύο φύσεις, μια ανθρώπινη και μια θεϊκή, έναντι μίας φύσης που είναι και ανθρώπινη και θεϊκή).

Όπως σε όλες τις εκκλησιαστικές Συνόδους, εμπλέκονταν κι εδώ πολιτική, εθνικισμοί και εξαναγκασμοί. Και, παρά τις προσπάθειες αρκετών αυτοκρατόρων, οι κληρικοί και των δύο πλευρών αρνήθηκαν τις προσπάθειες για μια πραγματική συμφιλίωση, και οι Ανατολικές Εκκλησίες δημιούργησαν δικές τους, ανταγωνιστικές ιεραρχίες.

Η ειρωνεία είναι ότι οι ομάδες εργασίας μεταξύ των δύο Ορθοδόξων οικογενειών τον 20ο αιώνα ανακάλυψαν ότι, παρά τις διαφορές στην ορολογία, οι δύο οικογένειες διατηρούσαν την ίδια βασική Χριστολογία καθ’ όλη τη διάρκεια της πορείας τους, οπότε δεν υπάρχει πραγματικά θεολογική βάση για το σχίσμα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η κατάσταση μοιάζει με δυο αντίπαλους αδελφούς, των οποίων η διαμάχη έχει παλιώσει τόσο πολύ, που έχουν ξεχάσει πια από τι ξεκίνησε.

Ο Μητροπολίτης Κάλλιστος Γουέαρ σημειώνει ότι στο δόγμα του προσώπου του Χριστού, το μεγαλύτερο ζήτημα διαχωρισμού μεταξύ των δύο εκκλησιαστικών οικογενειών, «δεν υπάρχει πραγματική διαφωνία». Ο Γουέαρ λέει: «Η διαφορά, όπως συζητήθηκε στη συνάντηση του Ώρχους της Δανίας, το 1964, βρίσκεται μόνο σε επίπεδο φρασεολογίας»[1]. Ως ορθόδοξοι Χριστιανοί, μέλη μιας πίστης που με υπερηφάνεια επιτρέπει σε κάθε πολιτισμό να επιτελεί τη Θεία Λειτουργία στην μητρική του γλώσσα, πρέπει να ενδιαφερόμαστε τόσο για τη φρασεολογία;

Λοιπόν, γιατί ακριβώς είμαστε ακόμα χωρισμένοι; Πράγματι, γι αυτό το θέμα θα πρέπει «να πέσει ξύλο». Και στις δυο πλευρές έχουν εκφραστεί απόψεις εναντίον του Οικουμενισμού στο όνομα της διατήρησης της «αλήθειας», αλλά αποτελεί ειρωνεία ότι και οι δυο πλευρές πιστεύουν στην ίδια αλήθεια για το θέμα που υποτίθεται ότι τις χωρίζει. Αντ’ αυτού, εμπόδια εμφανίζονται στην πορεία για θεσμική ενότητα, ειδικά για το πώς θα πρέπει τα εκκλησιαστικά βιβλία να μιλούν για τη Σύνοδο της Χαλκηδόνος.

Οι παραδοσιακοί και οι σκληροπυρηνικοί και των δυο πλευρών χτυπιούνται, απαιτώντας μια σειρά θεσμικών παραχωρήσεων αντί για αμοιβαία αποδοχή. Για παράδειγμα, οι μοναχοί του Αγίου Όρους το 1994 και το 1995 εξέδωσαν οξύτατες δηλώσεις κατά του διαλόγου, χαρακτηρίζοντας τον Οικουμενισμό ως αίρεση. Οι ίδιοι μοναχοί απαίτησαν από τις Ανατολικές Ορθόδοξες Εκκλησίες να δεχτούν και τα επτά οικουμενικά συμβούλια ως το μόνο δρόμο για πλήρη ενότητα. Οι Ανατολικές Εκκλησίες με τη σειρά τους ζήτησαν την ανάκληση του αναθέματος από τους Πατριάρχες Διόσκορο και Σεβήρο, τους οποίους τιμούν ως αγίους, αλλά οι οποίοι είχαν αποσχηματιστεί στη Χαλκηδόνα. Μικρή συναίνεση διαφαίνεται, και από τις δύο πλευρές, σχετικά με την αντιμετώπιση της Χαλκηδόνιας Συνόδου στα βιβλία της εκκλησιαστικής ιστορίας. Ήταν σχισματικοί οι μη-χαλκηδόνιοι; Οι Βυζαντινοί, ήταν διώκτες της αληθινής πίστης;

Οι συνομιλίες μεταξύ των δύο οικογενειών της Ορθοδοξίας έχουν οδηγηθεί σε αδιέξοδο λόγω αυτών των εμποδίων, χωρίς να διαφαίνεται κάποια δυνατότητα συνέχισης. Εξακολουθεί να υπάρχει ανάγκη για τολμηρούς θεολόγους και κληρικούς από κάθε πλευρά, που να κάνουν βήματα για να δημιουργήσουν έναν ρεαλιστικό οδηγό πορείας προς την πλήρη κοινωνία.

Μέσω των συνεχών συγκρούσεων, οι Εκκλησίες της Μέσης Ανατολής έχουν περιορίσει την δυνατότητα επιρροής τους και έχουν προκαλέσει περαιτέρω διαίρεση των λαών. Κάθε Εκκλησία (η Κοπτική, η Αρμενική, η Συριακή, η Ελληνική κ.λπ.) έχει δημιουργήσει δικούς της θεσμούς και ιεράρχες, που αντιπροσωπεύουν μόνο τα στενά συμφέροντα της κάθε κοινότητας αντί για το οικουμενικό Σώμα του Χριστού. Αυτό έχει δημιουργήσει μια φυλετική νοοτροπία σχετικά με τους ιερούς τόπους και ανάμεσα στα εκκλησιάσματα. Χτυπητό παράδειγμα είναι η «αμετακίνητη σκάλα» στον Πανάγιο Τάφο, που μένει κάτω από ένα παράθυρο από φόβο μην προκαλέσει σύγκρουση μεταξύ των διαφόρων Εκκλησιών που έχουν οριοθετήσει το χώρο τους στον Πανάγιο Τάφο και στον Ναό της Γεννήσεως.

Με ελάχιστο συντονισμό ή αλληλεγγύη μεταξύ των Ορθόδοξων Εκκλησιών στην περιοχή, η παρουσία και η φωνή τους σε σημαντικά ζητήματα που απειλούν την επιβίωσή τους περνά απαρατήρητη. Παρόλο που η πλειοψηφία των Χριστιανών στη Συρία ανήκουν στη Συριακή ή την Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία, υπήρξε ελάχιστος συντονισμός μεταξύ των εκκλησιών για την εξεύρεση λύσεων για τη χώρα, παρά το γεγονός ότι η κάθε μια Εκκλησία βρίσκεται αντιμέτωπη με την εξαφάνιση, ως κοινότητα. Και πολύ πρόσφατα, οι χριστιανικές εκκλησίες της περιοχής είχαν διαφορετικές απόψεις και θέσεις σχετικά με την τουρκική εισβολή στη βόρεια Συρία.

Ακόμα και μέσα σε κάθε πλευρά υπάρχουν μικρές συγκρούσεις. Για αρκετά χρόνια, οι πατριάρχες της Αντιόχειας και της Ιερουσαλήμ δεν βρίσκονταν σε κοινωνία  μεταξύ τους, διεκδικώντας και οι δυο μια εκκλησία που χτίστηκε στο Κατάρ. Στην μη χαλκηδόνια πλευρά, οι Κόπτες και οι Αιθίοπες μοναχοί συγκρούονταν για την κατοχή της Μονής Ντεΐρ ες-Σουλτάν στην Ιερουσαλήμ.

Ο θεσμικός συντονισμός στις Ηνωμένες Πολιτείες και στον υπόλοιπο κόσμο θα βοηθούσε για τον τερματισμό της διαίρεσης μεταξύ των διαφόρων ομάδων, θα ένωνε τους διωκόμενους λαούς και θα ενίσχυε τον πολιτικό και ιστορικό ρόλο των χριστιανών της Μέσης Ανατολής. Θα βοηθούσε τις αντίστοιχες κοινότητες στις Η.Π.Α. να προβάλουν την ιστορία τους και να πιέσουν για σημαντικά θέματα όπως η αναγνώριση της Γενοκτονίας των Χριστιανών Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων στη δεκαετία του 1910. Εκκλησίες όπως η Συριακή, η Αρμενική και η Αντιοχική, ιδιαίτερα στη διασπορά, θα μπορούσαν να επιστήσουν προσοχή στη δεινή κατάσταση των Σύρων και Ιρακινών χριστιανών. Επιπλέον, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι τόσο οι Σύροι όσο και οι εξ Αντιοχείας επίσκοποι στο Χαλέπι ήταν σε κοινή ανθρωπιστική αποστολή όταν συνελήφθησαν από ισλαμιστές μαχητές, καταδεικνύοντας το γεγονός πως η μοίρα μας είναι συνυφασμένη.

Σε εκείνους που αντιστρατεύονται την επανένωση θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι υπήρξαν πολλές περιπτώσεις ενότητας στο παρελθόν. Στο βιβλίο του Κονσταντίν Πατσένκο, Άραβες Ορθόδοξοι Χριστιανοί υπό Οθωμανική κυριαρχία, σημειώνεται ότι υπήρχαν Βυζαντινοί αυτοκράτορες που παρενέβησαν για λογαριασμό διωκόμενων Κοπτών στην ισλαμική Αίγυπτο, ενώ σύμφωνα με το βιβλίο του Μάρκ Σουάνσον, Το Κοπτικό Πατριαρχείο στην Ισλαμική Αίγυπτο 641 – 1517, οι πατριάρχες των Κοπτών προστάτευαν επίσης τους Έλληνες που αιχμαλωτίζονταν ως δούλοι από Άραβες επιδρομείς.

Υπάρχουν όμως ενδείξεις ελπίδας. Θεολογικά ινστιτούτα, όπως το Σεμινάριο του Αγίου Βλαδίμηρου, δέχονται και τις δύο Ορθόδοξες οικογένειες και υπήρξαν σημαντικό κέντρο διαλόγου μεταξύ των δυο πλευρών. Το Κέντρο Ορθοδόξων Χριστιανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Φόρντχαμ εγκαινίασε πρόσφατα μια ερευνητική υποτροφία για θέματα κοπτικού Χριστιανισμού και συχνά περιλαμβάνει την Ανατολική Ορθοδοξία στα προγράμματά του. Η Ελληνική κυβέρνηση επέτρεψε επίσης στις μη Χαλκηδόνιες εκκλησίες να αποκτήσουν πλήρη νομική υπόσταση στην Ελλάδα, βήμα σημαντικό για μια Ορθόδοξη χώρα. Ακόμα πιο πρόσφατο ήταν το ταξίδι του Σέρβου Πατριάρχη Ειρηναίου στη Δαμασκό, ο οποίος επισκέφθηκε τον Πατριάρχη της Συριακής Εκκλησίας και δήλωσε: «Οι πιστοί προσδοκούν την ημέρα που θα μεταλάβουμε από το ίδιο Ευχαριστιακό ποτήριο, αφού οι θεολόγοι και των δυο εκκλησιών συμφώνησαν ότι ομολογούμε την ίδια πίστη στον Κύριό μας Ιησού Χριστό, τον Σαρκωθέντα Λόγο.»

Και όπως δήλωσε ο πρώην κοσμήτορας του Ορθόδοξου Σεμιναρίου του Αγίου Βλαδίμηρου, π. Τζον Έρικσον, πανηγυρίζοντας τα 1700 χρόνια του Χριστιανισμού στην Αρμενία: «Αν οι εκκλησιαστικές μας οικογένειες μπορέσουν να ξεπεράσουν τη διαίρεση αιώνων, αν μπορέσουν να αναγνωρίσουν ότι η πίστη τους είναι κοινή, αν μπορέσουν να εισέλθουν σε μια ζωή κοινωνίας με την πιο βαθιά έννοια αυτού του λόγου, η επανένωση τους θα είναι σημάδι που θα υπόσχεται πολλά για όλους τους Χριστιανούς».


[1] Kallistos Ware, The Orthodox church, Λονδίνο & Νέα Υόρκη, Penguin, 1993, σ. 305


Ο Πωλ Γκανταλλά είναι πρώην δημοσιογράφος με έδρα τη Βυρηττό, ο οποίος επίσης εργάστηκε στις επικοινωνίες στο Κέντρο Κάρνεγκι για τη Μέση Ανατολή και σήμερα βρίσκεται στο κεντρικό τμήμα επικοινωνιών του Ινστιτούτου Μπρούκινς. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στην Πολιτικές Επιστήμες με ειδίκευση στη Μέση Ανατολή από το Βορειοανατολικό Πανεπιστήμιο της Βοστώνης.

To ιστολόγιο Δημόσια Ορθοδοξία (Public Orthodoxy) επιδιώκει να προωθήσει συζήτηση και συνδιάλεξη, παρέχοντας ένα φόρουμ για διαφορετικές απόψεις σε σχέση με σύγχρονα ζητήματα που αφορούν τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό. Οι απόψεις που εκφράζονται σ’ αυτό το άρθρο είναι αποκλειστικά του συγγραφέως και δεν αντιπροσωπεύουν τις απόψεις των εκδοτών,των μεταφραστών, ή του Κέντρου Ορθοδόξων Χριστιανικών Σπουδών.


To ιστολόγιο Δημόσια Ορθοδοξία (Public Orthodoxy) επιδιώκει να προωθήσει συζήτηση και συνδιάλεξη, παρέχοντας ένα φόρουμ για διαφορετικές απόψεις σε σχέση με σύγχρονα ζητήματα που αφορούν τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό. Οι απόψεις που εκφράζονται σ’ αυτό το άρθρο είναι αποκλειστικά του συγγραφέως και δεν αντιπροσωπεύουν τις απόψεις των εκδοτών,των μεταφραστών, ή του Κέντρου Ορθοδόξων Χριστιανικών Σπουδών.

Σχετικά με τον συγγραφέα

Have something on your mind?

Thanks for reading this article! If you feel that you ready to join the discussion, we welcome high-caliber unsolicited submissions. Essays may cover any topic relevant to our credo – Bridging the Ecclesial, the Academic, and the Political. Follow the link below to check our guidlines and submit your essay.

Proceed to submission page

Αξιολογήστε αυτήν τη δημοσίευση

Σας φάνηκε ενδιαφέρον αυτό το άρθρο;

Κάντε κλικ στα αστεράκια για να το αξιολογήσετε!

Average rating 0 / 5. Vote count: 0

Γίνετε ο πρώτος/η που θα αξιολογήσει αυτό το άρθρο.

Μοιραστείτε αυτήν την δημοσίευση

Contacts

Dr. Nathaniel Wood
Managing Editor
nawood@fordham.edu

Αποποίηση ευθυνών

Public Orthodoxy seeks to promote conversation by providing a forum for diverse perspectives on contemporary issues related to Orthodox Christianity. The positions expressed in the articles on this website are solely the author’s and do not necessarily represent the views of the editors or the Orthodox Christian Studies Center.

Σχετικά με το έργο

Μια Δημοσίευση του Κέντρου Ορθόδοξων Χριστιανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου
Φόρντχαμ