
Στην Ορθόδοξη εικονογραφία του κενού μνημείου και της Ανάστασης του Ιησού είθισται να βλέπουμε τη Θεοτόκο Μαρία, τη μητέρα του Ιησού, να απεικονίζεται ως μία από τις μυροφόρες γυναίκες. Ένα συναφές θέμα, το οποίο, ωστόσο, εμφανίζεται λιγότερο συχνά σε εικόνες, είναι ότι η Παναγία είδε τον αναστημένο Ιησού έξω από τον τάφο. Πράγματι, ορισμένοι Ορθόδοξοι χριστιανοί σήμερα επιμένουν ότι η Θεοτόκος Μαρία όχι μόνο είδε τον αναστημένο Ιησού έξω από τον τάφο, αλλά ότι ήταν και η πρώτη που τον είδε σε εκείνο το σημείο. Από πού προήλθαν οι παραδόσεις αυτές για την Θεοτόκο έξω από το κενό μνημείο; Επιβεβαιώνονται άραγε από τα στοιχεία που περιέχονται στα τέσσερα κανονικά ευαγγέλια;
Είναι πιθανό ότι αυτές οι παραδόσεις για τη Θεοτόκο Μαρία ενώπιον του μνημείου, προήλθαν από το Διατεσσάρων (ένα κείμενο που αποδίδεται στον Τατιανό, περίπου 160-180), μία απόπειρα εναρμόνισης των τεσσάρων ευαγγελίων που χρησιμοποιούνταν ευρέως σε εκκλησίες της Συρίας μέχρι τον 5ο αιώνα. Επειδή τα τέσσερα ευαγγέλια περιέχουν διαφορές καθώς και αντιφάσεις μεταξύ τους που είναι δύσκολο να συμβιβαστούν, το Διατεσσάρων συνδυάζει επιλεκτικά υλικό από τα τέσσερα ευαγγέλια για να δημιουργήσει ένα ενιαίο, συνεκτικό ευαγγέλιο. Στο Διατεσσάρων, οι ταυτότητες της Μαρίας της Μαγδαληνής και της Θεοτόκου Μαρίας, φαίνεται να συγχέονται σκόπιμα, έτσι ώστε η Θεοτόκος Μαρία –και όχι η Μαρία η Μαγδαληνή, σύμφωνα με το κατά Ιωάννην ευαγγέλιο (Ιω.20:1-18)– να θεωρείται ότι πηγαίνει μόνη της στον τάφο, όπου και βλέπει τον αναστημένο Ιησού. Ένα πιθανό κίνητρο για τη σύγχυση αυτή μεταξύ της Μαρίας της Μαγδαληνής και της Θεοτόκου Μαρίας, ενδέχεται να ήταν η επιθυμία να αντιμετωπιστούν ορισμένες ομάδες Γνωστικών που έδιναν έμφαση στην ιδιαίτερη αγάπη που είχε ο Ιησούς για τη Μαρία τη Μαγδαληνή. Παρόλα αυτά, η παρουσία της Θεοτόκου στον τάφο και η συνάντησή της με τον αναστημένο Ιησού ενσωματώθηκαν επίσης και σε κάποια απόκρυφα και Γνωστικά κείμενα που προέρχονται από την εποχή από τον 2ο ως τον 4ο αιώνα.
Μέχρι τον 5ο αιώνα, είχαν λάβει χώρα συντονισμένες προσπάθειες για την εξάλειψη του Διατεσσάρων από ορισμένους εκκλησιαστικούς ηγέτες στη Συρία, αν και η πεποίθηση ότι η Μαρία, η μητέρα του Ιησού, πήγε στο κενό μνημείο και είδε τον αναστημένο Κύριο είχε ήδη διαδοθεί μεταξύ των χριστιανών της περιοχής. Ο πρώτος Ορθόδοξος πατέρας που εξέφρασε τέτοια πεποίθηση είναι ο Εφραίμ ο Σύρος στο Υπόμνημά του στο Διατεσσάρων (περίπου 363-373). Ο Εφραίμ ενισχύει, μέσω της χρήσης του Διατεσσάρων, την σύγχυση μεταξύ της Μαρίας της Μαγδαληνής και της Θεοτόκου Μαρίας, έτσι ώστε να είναι η μητέρα του Ιησού εκείνη που τον βλέπει αναστημένο και επιχειρεί να τον αγγίξει, προκαλώντας την απάντηση του Ιησού, «μή μου ἅπτου» (5.1-5· πρβλ. Ιω. 20:17).
Ο Ρωμανός ο Μελωδός (6ος αιώνας) υιοθέτησε επίσης την άποψη για την παρουσία της Θεοτόκου στο μνημείο και την Ανάσταση, συγχέοντας πάλι την Θεοτόκο Μαρία με τη Μαρία τη Μαγδαληνή. Ο Ρωμανός, αν και είναι γνωστός ως βυζαντινός υμνογράφος και μάλιστα σπουδαίος, καταγόταν από τη Συρία και φαίνεται ότι κάποιες φορές δανείστηκε υλικό από το Διατεσσάρων στους ύμνους του. Στην ποιητική του αναπαράσταση της σταύρωσης του Ιησού στον Ύμνο 35 (ΛΕ΄), η Θεοτόκος εκφράζει λεκτικά τα αγωνιώδη συναισθήματα της προς τον υιό της. Σε απάντηση, ο Ιησούς της λέει «Πάρε θάρρος, μητέρα, γιατί θα είσαι η πρώτη που θα με δει έξω από τον τάφο» (35.12 [SC 128: 176]).
Ο Σωφρόνιος Ιεροσολύμων είναι ένας άλλος Ορθόδοξος πατέρας που, με τον δικό του τρόπο, εξέφρασε τη σύγχυση της Μαρίας της Μαγδαληνής και της Θεοτόκου Μαρίας. Ο Σωφρόνιος, Σύρος από τη Δαμασκό, ανήλθε στον πατριαρχικό θρόνο των Ιεροσολύμων από το 634 έως το 638. Σε έναν από τους σύντομους ύμνους του σχετικά με την ανάσταση (Τριώδιον [PG 87C:3920]), ο Σωφρόνιος δηλώνει ότι η μητέρα του Ιησού μόνη της –πριν από οποιαδήποτε άλλη γυναίκα– είδε τον αναστημένο Χριστό να λάμπει έξω από τον τάφο, και ότι μόνο αυτή άκουσε την προτροπή του, «χαῖρε!» (προστακτική ενικού). Ο Σωφρόνιος, συνεπής με τη χρήση του χωρίου Ιω. 20:1-18 από το Διατεσσάτων, αντικαθιστά τη Μαρία τη Μαγδαληνή με τη Θεοτόκο Μαρία μπροστά στο κενό μνημείο και ως μάρτυρα του αναστημένου Ιησού. Ωστόσο, ο τρόπος που ερμηνεύει ο Σωφρόνιος τον χαιρετισμό του αναστημένου Ιησού προς τη μητέρα του μόνο, έξω από τον τάφο, ενσωματώνει και την αναπαράσταση του χωρίου Ματθ. 28:1-10 από τον ίδιο. Ωστόσο, ο ευαγγελιστής Ματθαίος γράφει στην πραγματικότητα ότι δύο γυναίκες βλέπουν τον αναστημένο Ιησού έξω από τον τάφο και ο Ιησούς χαιρετά και τις δύο με το «χαίρετε!» (προστακτική πληθυντικού) Επιπλέον, καμία από αυτές τις γυναίκες δεν μνημονεύεται από τον Ματθαίο ως μητέρα του Ιησού.
Η παλαιότερη εικονογραφική απεικόνιση της μητέρας του Ιησού στο κενό μνημείο και ως μάρτυρας του αναστημένου Ιησού απαντάται στο Ευαγγέλιο του Ραββουλά, ένα χειρόγραφο στα συριακά, χρονολογούμενο το 586. Αν και το φύλλο με την απεικόνιση (13r) δεν είναι πρωτότυπο στον κώδικα, πιθανότατα προήλθε από την ελληνόφωνη Συρία και φαίνεται να χρονολογείται τον 6ο αιώνα. Η Θεοτόκος απεικονίζεται σίγουρα στον τάφο και την Ανάσταση, επειδή είναι επίσης παρούσα και σε μία άλλη απεικόνιση που παρουσιάζει τη Σταύρωση, στο ίδιο φύλλο. Η Θεοτόκος ταυτοποιείται εύκολα στη σκηνή της Σταύρωσης (με βάση το χωρίο Ιω. 19:18-37) αφού είναι η μόνη γυναίκα δίπλα στον αγαπημένο μαθητή και η μόνη γυναίκα με φωτοστέφανο. Αυτό επιτρέπει μία ξεκάθαρη ταυτοποίηση της Θεοτόκου μεταξύ των δύο γυναικών που απεικονίζονται στη σκηνή του κενού μνημείου (με βάση το χωρίο Ματθ. 28:1-10), καθώς και οι δύο γυναίκες φορούν τα ίδια ρούχα όπως και στη Σταύρωση, ενώ η Θεοτόκος είναι και πάλι η μόνη γυναίκα που φέρει φωτοστέφανο.
Παρόλο που ορισμένοι Ορθόδοξοι σήμερα υποδεικνύουν το βιβλίο De Virginitate liber unus (Περί Παρθενίας βιβλίο πρώτο) του Αμβροσίου Μεδιολάνων (4ος αιώνας) και την Ομιλία 88 στο Κατά Ματθαίον του Ιωάννη του Χρυσοστόμου (4ος αιώνας), ως έργα που υποστηρίζουν την άποψη ότι η Θεοτόκος πήγε στον τάφο και είδε πρώτη τον αναστημένο Ιησού, ούτε ο Αμβρόσιος ούτε ο Χρυσόστομος διατυπώνουν σαφώς μια τέτοια θέση σε αυτά τα κείμενά τους. Συζητώντας για τον τάφο του Ιησού, χωρίς αναφορά στη Θεοτόκο, ο Αμβρόσιος δηλώνει: «Τότε η Μαρία είδε τον αναστημένο Κύριο, τον είδε πρώτη και πίστεψε. Η Μαρία Μαγδαληνή επίσης τον είδε, αν και αμφέβαλε» (3:14, [PL 16.270]). Εδώ ο Αμβρόσιος προσπαθεί να εναρμονίσει τα χωρία Ματθ. 28:1-10 και Ιω. 20:1-18. Ο Αμβρόσιος αναφέρεται σε μια «άλλη Μαρία» που πήγε στον τάφο με τη Μαρία Μαγδαληνή (Ματθ. 28:1), αλλά δεν λέει ότι αυτή η άλλη Μαρία είναι η Θεοτόκος· αν και μεταφέρει την εντύπωση ότι αυτή η άλλη Μαρία ήταν παρθένα. Ωστόσο, ο Αμβρόσιος θεωρεί ότι όλες οι γυναίκες που πήγαν στον τάφο του Ιησού ήταν παρθένες, προκειμένου με τον τρόπο αυτό να προωθήσει την παρθενία ως πρότυπο ζωής μεταξύ των ακροατών του. Ο Χρυσόστομος, σχολιάζοντας την εκδοχή της Σταύρωσης που περιέχεται στο Κατά Ματθαίον, σημειώνει τη γενναιότητα των γυναικών ενώπιον του σταυρού και δηλώνει ότι οι γυναίκες, έχοντας δει τα σημάδια που συνοδεύσαν τον θάνατο του Ιησού, είναι εκείνες που «πρῶται ὁρῶσι τόν Ἰησοῦ» και «πρῶτον ἀπολαύει τῆς τῶν ἀγαθῶν θεωρίας» (PG 58:777), αφού οι άνδρες μαθητές έχουν φύγει. Αν και η πρόθεση του Χρυσοστόμου είναι κάπως διφορούμενη, φαίνεται να εννοεί ότι οι γυναίκες είδαν μάλλον τον σωτηριώδη θάνατο του Ιησού, παρά την Ανάστασή του. Παρόλα αυτά, ο Χρυσόστομος στη συνέχεια ταυτοποιεί τη μητέρα του Ιησού ως «την Μαρία την μητέρα του Ιακώβου», μία από τις γυναίκες που βρίσκονταν ενώπιον του σταυρού. Εάν θεωρηθεί ότι ο Χρυσόστομος υποδηλώνει ότι η μητέρα του Ιησού ήταν μία από τις γυναίκες που πήγαν στον τάφο και είδαν τον αναστημένο Ιησού, η περίπτωση αυτή θα πρέπει να είναι η μόνη περίπτωση όπου ο Χρυσόστομος επιχειρεί μια τέτοια σύνδεση, μέσα στο τεράστιο έργο του.
Ωστόσο, υπάρχουν μερικοί άλλοι πατέρες από τον 5ο έως τον 8ο αιώνα που εκφράζουν σαφέστερα την πεποίθηση ότι η μητέρα του Ιησού πήγε στον τάφο και είδε τον αναστημένο Ιησού. Καθώς η βυζαντινή Μαριολογία αναπτυσσόταν περαιτέρω, από τον 9ο αιώνα μπορούν να βρεθούν περισσότεροι πατέρες που στοχάζονται γύρω από την παρουσία της Θεοτόκου στον τάφο και την Ανάσταση. Βυζαντινοί συγγραφείς, όπως ο Ψευδο-Μάξιμος (9ος αιώνας), ο Γεώργιος Νικομήδειας (9ος αιώνας), ο Ιωάννης ο Γεωμέτρης (10ος αιώνας) και ο Συμεών ο Μεταφραστής (10ος αιώνας) –του οποίου οι σκέψεις για τη ζωή της Παρθένου Μαρίας ήταν περισσότερο αγιολογικού παρά ιστορικού χαρακτήρα– διατυπώνουν απόψεις για τη συμμετοχή της Μαρίας στην ταφή και την Ανάσταση του Ιησού, οι οποίες έρχονται σε αντίθεση με τα τέσσερα Ευαγγέλια. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι όταν ο Γεώργιος Νικομήδειας περιγράφει την πρωτοβουλία της Μαρίας, της μητέρας του Ιησού, να θάψει τον Ιησού σε ένα κενό μνημείο, να πλύνει το σώμα του Ιησού μετά την αποκαθήλωσή του από τον σταυρό και να χρίσει το σώμα με μύρο μαζί με τον Ιωσήφ και τον Νικόδημο. Μετά την ταφή του σώματος του Ιησού, ο Γεώργιος εξηγεί ότι ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος αναχώρησαν, αφήνοντας τη Μαρία μόνη στον τάφο. Εκεί περίμενε την Ανάσταση του Ιησού (Ομιλία 8: Λόγος εις το «εἱστήκεισαν δὲ παρὰ τῷ σταυρῷ τοῦ ᾿Ιησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἡ ἀδελφὴ τῆς μητρὸς αὐτοῦ» [PG 100:1488C]) και ήταν η πρώτη που τον είδε να ανασταίνεται εκ νεκρών (Ομιλία 9: «Λόγος εἰς τήν τῆς ἀχράντου Θεοτόκου ἐν τῳ τάφῳ παρεδρείαν» [PG 100:1489D-1492D]). Ωστόσο, ένας άλλος Βυζαντινός, ο καλλιστρατινός Επιφάνιος Μοναχός (8ος-9ος αιώνας) ισχυρίζεται ότι η Μαρία, η μητέρα του Ιησού, δεν πήγε στον τάφο, εξαιτίας της μεγάλης θλίψης της, ούτε είδε εκεί τον αναστημένο Ιησού (Περί τοῦ Βίου τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, 21 [PG 120:209]). Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο Γεώργιος Νικομήδειας δεν πιστεύει ότι η Θεοτόκος Μαρία είναι η «άλλη Μαρία» (Ματθ. 28:1) που πήγε στον τάφο. Ο Γεώργιος διακρίνει μεταξύ των γυναικών, επισημαίνοντας ότι η Θεοτόκος στάθηκε κοντά στον σταυρό (Ιω. 19:25), ενώ το χωρίο Ματθ. 27:55-56 δηλώνει ότι η Μαρία, η μητέρα του Ιακώβου (την οποία ο Γεώργιος αναγνωρίζει ως την «άλλη Μαρία») έβλεπε τη σταύρωση από απόσταση (Ομιλία 9 [PG 100:1493]).
Κορύφωση του ευσεβούς βυζαντινού σχολιασμού για την Θεοτόκο ενώπιον του τάφου και κατά την Ανάσταση μπορεί να θεωρηθεί η Ομιλία 18: «Τῇ Κυριακῇ τῶν Μυροφόρων» του Γρηγορίου Παλαμά (14ος αιώνας). Όταν ο αναστημένος Ιησούς εμφανίστηκε έξω από τον τάφο, ο Παλαμάς σημειώνει ότι η Θεοτόκος ήταν η πρώτη που είδε τον αναστημένο Κύριο και «ἥψατο πρώτη καί μόνη τῶν ἀχράντων ἐκείνου ποδῶν, κἄν οἱ εὐαγγελισταί ταῦτα πάντα φανερῶς οὐ λέγουσι» (18.3.13). Ωστόσο, το Κατά Ματθαίον αναμφίβολα ανατρέπει την εκτίμηση του Παλαμά. Το Κατά Ματθαίον αναφέρει ότι αφού η Μαρία η Μαγδαληνή και η «άλλη Μαρία» είδαν τον άγγελο στο κενό μνημείο, γρήγορα αναχώρησαν για να πουν τα νέα στους μαθητές. Διαβάζουμε στο Ματθ. 28:9 «καὶ ἰδοὺ Ἰησοῦς ἀπήντησεν αὐταῖς λέγων· χαίρετε. αἱ δὲ προσελθοῦσαι ἐκράτησαν αὐτοῦ τοὺς πόδας καὶ προσεκύνησαν αὐτῷ». Ο πληθυντικός που χρησιμοποιεί ο Ματθαίος καθιστά σαφές ότι και οι δύο γυναίκες συνάντησαν τον αναστημένο Ιησού, κράτησαν τα πόδια του και τον προσκυνήσαν. Ο Παλαμάς ταυτίζει την «άλλη Μαρία» του Ματθ. 28:1 με τη Θεοτόκο Μαρία, δηλώνοντας ότι ο λόγος για τον οποίο δεν κατονομάζεται ως μητέρα του Ιησού ήταν η αποφυγή δημιουργίας αμφιβολιών για την Ανάσταση μεταξύ των απίστων. Ωστόσο, το επιχείρημα του Παλαμά είναι αστήρικτο, αφού τα Ευαγγέλια γράφτηκαν για χριστιανούς, όχι για απίστους, ενώ όλοι όσοι μαρτύρησαν ότι είδαν τον αναστημένο Ιησού τις πρώτες μέρες μετά την ανάσταση ήταν αφοσιωμένοι μαθητές ή συγγενείς του Ιησού.
Μόνον το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο αναφέρεται σε μια γυναίκα εκτός από τη Μαρία τη Μαγδαληνή, η οποία βλέπει τον αναστημένο Ιησού έξω από τον τάφο: «η άλλη Μαρία» (28: 1). Μέρος της δυσκολίας στον εντοπισμό της «άλλης Μαρίας» προέρχεται από τις πολλές Μαρίες που υπάρχουν στα τέσσερα ευαγγέλια και τους διάφορους τρόπους που ονοματίζονται από τους ευαγγελιστές. Κατά τη διάρκεια των αιώνων, πολλοί πατέρες της Εκκλησίας αγωνίστηκαν να συμφιλιώσουν τις Μαρίες του Ευαγγελίου, καταφέρνοντας να αναγνωρίσουν τρεις από τις επτά, ανάλογα με το πώς ερμηνεύονται σε κάθε περίπτωση τα Ευαγγέλια. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι βρίσκουμε πολλές γυναίκες με το όνομα Μαρία στα Ευαγγέλια, καθώς το όνομα Μαριάμ /Μαρία (מרים, חמרי, και οι παραλλαγές τους) ήταν το πιο κοινό γυναικείο όνομα στον ελληνιστικό Ιουδαϊσμό κατά την περίοδο του Δεύτερου Ναού. Το Κατά Ματθαίον (27:56) αποκαλεί μία από τις γυναίκες που βρίσκονται ενώπιον του σταυρού, «Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου καὶ Ἰωσῆ μήτηρ», η οποία αργότερα αναφέρεται εν τάχει ως η «ἄλλη Μαρία» (27:61· 28:1), η οποία πηγαίνει στο μνημείο με τη Μαρία τη Μαγδαληνή όπου και βλέπουν τον αναστημένο Ιησού. Αυτοί οι πατέρες που αναγνωρίζουν τη Μαρία, τη μητέρα του Ιακώβου και του Ιωσή (την «άλλη Μαρία») ως τη μητέρα του Ιησού, μπορούν να το κάνουν επειδή λέγεται ότι ο Ιησούς είχε «αδέλφια» με το όνομα «Ἰάκωβος καὶ Ἰωσῆς» (Ματθ. 13:55· Μάρκ. 6:3). Ακόμα κι έτσι, ο Ματθαίος αναφέρεται σταθερά στη μητέρα του Ιησού, συνδέοντάς την πάντοτε με τον Ιησού (1:18· 2:11· 2:13· 2:20· 2:21· 12:46· 12:47· 12:48· 13:55), όμοια όπως ο Μάρκος, ο Λουκάς και ο Ιωάννης. Επομένως, είναι δύσκολο να βρεθεί κάποιος αναγκαίος λόγος για τον οποίο ο Ματθαίος θα αναφερόταν στη μητέρα του Ιησού ως «Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου καὶ Ἰωσῆ μήτηρ» (27:56) και ως η «ἄλλη Μαρία» (27:61· 28:1) σε ό,τι αφορά στον θάνατο και την ανάσταση του Ιησού και όχι κάπου αλλού στο ευαγγέλιο του, αντί να την αποκαλεί απλά «Μαρία, η μητέρα του Ιησού». Επιπλέον, το Κατά Λουκάν (24:10) αναφέρει ότι η «Μαρία Ἰακώβου» πήγε στον τάφο του Ιησού, αλλά δεν έχει καμία δυσκολία να αναφέρει τη «Μαρία, μητέρα τοῦ Ἰησοῦ» ως μία από τις γυναίκες που συγκεντρώθηκαν στην Ιερουσαλήμ αμέσως μετά την ανάληψη του Ιησού (Πράξ. 1:14). Κάτι τέτοιο έχει ως αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά απίθανο αυτές οι δύο Μαρίες να είναι το ίδιο άτομο.
Επιπλέον, «Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου καὶ Ἰωσῆ μήτηρ» (Ματθ. 27:56) αναφέρεται στον Μάρκο (15:40) ως «Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου τοῦ μικροῦ καὶ Ἰωσῆ μήτηρ». Ωστόσο, η αρχαία χριστιανική παράδοση δέχεται ότι ο Ιάκωβος, ο «ἀδελφός» του Ιησού ήταν ένας μεγαλύτερος ετεροθαλής αδελφός· ένας γιός του Ιωσήφ από προηγούμενο γάμο. Ο Ιάκωβος αυτός αναφέρεται με συνέπεια πρώτος στις ευαγγελικές λίστες των «αδελφών» του Ιησού. Η πρώτη θέση και η εξέχουσα ηγεσία του Ιακώβου στην Εκκλησία της Ιερουσαλήμ (Γαλ. 1:19· 2:12-14· Πράξ. 12:17· 15:13-21) ενισχύουν την άποψη ότι ο Ιάκωβος ήταν ο μεγαλύτερος «αδελφός» του Ιησού. Δεδομένου ότι αυτός ο Ιάκωβος ήταν ο μεγαλύτερος «αδελφός», καθιστά ακόμη πιο αμφίβολη την ιδέα ότι η Μαρία, η μητέρα του Ιακώβου του νεότερου, θα μπορούσε να είναι η Μαρία, η μητέρα του Ιησού.
Οι μόνες σαφείς πληροφορίες που μεταφέρονται για τη Μαρία, τη μητέρα του Ιησού κατά τη Σταύρωση, την ταφή ή την Ανάσταση απαντώνται στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, όταν επί του σταυρού ακόμη ο Ιησούς εμπιστεύεται τη μητέρα του στον αγαπημένο του μαθητή. Κι ο Ιωάννης προσθέτει, «καὶ ἀπ᾿ ἐκείνης τῆς ὥρας ἔλαβεν ὁ μαθητὴς αὐτὴν εἰς τὰ ἴδια» (19:27). Αφού δεν αναφέρεται τίποτα άλλο για τη μητέρα του Ιησού στο Κατά Ιωάννην, δεν υπάρχει βάση για να σκεφτεί ο αναγνώστης ότι η Θεοτόκος διαδραμάτισε κάποιον ρόλο στην ταφή. Αντίθετα, στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη είναι η Μαρία η Μαγδαληνή που πηγαίνει μόνη στον τάφο του Ιησού, βρίσκει το μνημείο κενό και τρέχει για να πει τα νέα στον Πέτρο και τον «αγαπημένο μαθητή», που πηγαίνουν και οι ίδιοι στον τάφο στη συνέχεια. Μετά την αναχώρηση των δύο μαθητών, η Μαρία η Μαγδαληνή παραμένει μόνη στον τάφο, όπου και συναντά τον αναστημένο Ιησού, μόνη της (Ιω. 20: 1-18). Αν και υπάρχουν ορισμένοι Ορθόδοξοι πατέρες που πίστευαν ότι η Θεοτόκος Μαρία πήγε στο κενό μνημείο και είδε πρώτη τον αναστημένο Ιησού εκεί, αυτή είναι μία παράδοση που φαίνεται να ξεκίνησε με το Διατεσσάρων και στη συνέχεια εξαπλώθηκε με διάφορες μορφές εντός και εκτός της Συρίας. Στα βυζαντινά αγιολογικά κείμενα για την Παναγία, αυτή η πεποίθηση αναπτύχθηκε περαιτέρω με διάφορους τρόπους· που μερικές φορές υπερβαίνουν ή ακόμη και αντιφάσκουν με τη μαρτυρία των τεσσάρων ευαγγελίων. Πράγματι, ελάχιστα στοιχεία από τα τέσσερα ευαγγέλια υποστηρίζουν την πεποίθηση ότι η Θεοτόκος Μαρία πήγε στον τάφο και ήταν η πρώτη που είδε τον αναστημένο Ιησού. Μία τέτοια πεποίθηση θα μπορούσε να θεωρηθεί ως θεολογουμένο· μια ευσεβής άποψη που δεν είναι υποχρεωτικά αποδεκτή από τους Ορθόδοξους χριστιανούς.