Αριστοτέλης Παπανικολάου (Aristotle Papanikolaou)

Η λέξη «εκκοσμίκευση» είναι δύσκολη. Οι περισσότεροι την καταλαβαίνουν ως «χωρίς θρησκεία», «απουσία θρησκείας» ή «παρακμή της θρησκείας». Κάποια στιγμή, είχε γίνει σχεδόν κοινή αντίληψη στον δυτικό κόσμο ότι με τον αυξημένο εκσυγχρονισμό, που γενικά σήμαινε τεχνολογική και επιστημονική πρόοδο, η θρησκεία δεν θα χρειαζόταν πλέον στην πράξη και απλώς θα έσβηνε. Αυτό είναι ένα από τα πολλά παραδείγματα της ειρωνείας που κρύβει η ιστορία, καθώς η κοινή λογική της δυτικής διανόησης στη διάρκεια των τελευταίων δύο αιώνων –και που συνοδεύεται από τεράστια αλαζονεία– αποδείχθηκε θεαματικά ψευδής. Η θρησκεία δεν φεύγει· ποτέ δεν απομακρύνθηκε.
Αυτή η τραγική ειρωνεία γίνεται πλήρως εμφανής στη Ρωσία και την Τουρκία. Καθώς η πλειονότητα των μέσων ενημέρωσης, των εμπειρογνωμόνων αναλυτών και των κυβερνητικών αξιωματούχων παρακολουθούν τις στρατιωτικές προκλήσεις της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο ή την επιρροή της Ρωσίας στη Συρία –κατά το πρέπον–, κανείς δεν φαίνεται να παρατηρεί τις αξιοπρόσεκτες ομοιότητες που εμφανίζονται στις δυο αυτές χώρες αναφορικά με τη θρησκεία. Και στις δύο χώρες, ένα είδος κοσμικότητας που μισούσε τη θρησκεία ρίζωσε σχεδόν ταυτόχρονα: στη Ρωσία το 1917 υπό τον Λένιν και στην Τουρκία το 1923 υπό τον Ατατούρκ. Για δεκαετίες, ο κόσμος παρατηρούσε όχι απλώς το κοσμικό κράτος της Γαλλίας, αλλά την ενεργή καταπίεση και καταστολή της θρησκείας, που οδήγησαν σε μια πολιτισμική και πολιτική εκκαθάριση της θρησκευτικής επιρροής στη Ρωσία και την Τουρκία. Η πολιτισμική εκκαθάριση είναι εμφανής στο γεγονός ότι το να είσαι Ρώσος ή Τούρκος ήταν απολύτως αποκομμένο από οποιαδήποτε θρησκευτική ταυτότητα. Και ενώ τα θρησκεύματα της πλειονότητας –Ορθόδοξος Χριστιανισμός και Ισλάμ– αμφότερα υπέφεραν κάτω από αυτά τα εκκοσμικευμένα καθεστώτα, οι θρησκευτικές μειονότητες υπέφεραν εξίσου, αν όχι περισσότερο. Μόνο στην Τουρκία, ο Ορθόδοξος Χριστιανισμός στην Κωνσταντινούπολη μειώθηκε δραματικά· υπήρχαν περισσότεροι από 100.000 πιστούς αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και σήμερα υπάρχουν λιγότεροι από 2.000.
Τις τελευταίες δεκαετίες, σημειώθηκε μια σημαντική, αν και σχεδόν ανεπαίσθητη αλλαγή. Η θρησκεία επέστρεψε στη Ρωσία και την Τουρκία εκδικητικά. Αυτό δεν συνέβη από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά ο Πούτιν και ο Ερντογάν έχουν επανασυνδέσει τις εθνικές τους ιστορίες και τις εθνικές τους ταυτότητες με το θρησκευτικό τους παρελθόν· στη Ρωσία με τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό και στην Τουρκία με το Ισλάμ. Πολλά παραδείγματα θα μπορούσαν να ειπωθούν, αλλά τα πιο πρόσφατα είναι οι αλλαγές στο ρωσικό σύνταγμα και η μετατροπή της εκκλησίας της Αγίας Σοφίας σε τζαμί. Η θρησκεία επέστρεψε στη Ρωσία και την Τουρκία. Μπορεί να μην είναι η «πραγματικότητα που καθοδηγεί τα πάντα» (José Casanova) ή να μην λειτουργεί ως «κοινή θεολογική προοπτική» (Jefferey Stout), αλλά διαμορφώνει το πολιτισμικό και πολιτικό τοπίο και των δύο χωρών.
Γιατί; Εσωτερικά, η απάντηση είναι απλή: είναι πολιτικά χρήσιμη. Στη Ρωσία, μετά τις αμφιλεγόμενες εκλογές του 2011, ο Πούτιν θεώρησε σκόπιμο να αρχίσει να αντλεί από το θρησκευτικό παρελθόν της Ρωσίας για να ενισχυθεί πολιτικά. Έκτοτε, η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία έχει γίνει σημαντικός παράγοντας στις εσωτερικές υποθέσεις, όπως αποδεικνύεται από τη νομοθετική επικράτηση του νόμου για την «ομοφυλοφιλική προπαγάνδα», ως ένα μόνο παράδειγμα, και από τις πρόσφατες αλλαγές στο σύνταγμα. Στην Τουρκία, όσο σκληρά κι αν προσπάθησε ο Ατατούρκ να καταστείλει τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του τουρκικού λαού, είχε λιγότερη επιτυχία από τους σοβιετικούς ομολόγους του. Ο Ερντογάν απευθύνεται σε έναν υπάρχοντα πληθυσμό πιστών Τούρκων Μουσουλμάνων για τους οποίους το Οθωμανικό παρελθόν εξακολουθεί να είναι παρόν. Η μετατροπή της εκκλησίας της Αγίας Σοφίας σε τζαμί ενισχύει τη σχέση του Ερντογάν με αυτήν την πολιτική βάση.
Αυτό που είναι πιο εκπληκτικό είναι πώς η επιστροφή της πολιτισμικής και πολιτικής επιρροής της θρησκείας λειτουργεί γεωπολιτικά για τη Ρωσία και την Τουρκία. Η έρευνα από το Πρόγραμμα «Μετα-εκκοσμικευμένες Διαμάχες» που χρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας κατέδειξε πώς το ρωσικό καθεστώς χρησιμοποίησε τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό για να αναδειχθεί σε διακρατικό «ηθικό παράγοντα» και έχει συνάψει συμμαχίες με συντηρητικούς Χριστιανούς στη Δύση –κυρίως Αμερικανούς Ευαγγελικούς– προκειμένου να διεθνοποιήσει τους πολιτισμικούς πολέμους γύρω από την έννοια των «παραδοσιακών αξιών», η οποία περιλαμβάνονταν και στις πρόσφατες αλλαγές του ρωσικού συντάγματος. Οι γεωπολιτικές φιλοδοξίες του Ερντογάν διατυπώθηκαν με τη δήλωση του ότι η μετατροπή της εκκλησίας της Αγίας Σοφίας σε τζαμί ήταν απλώς ένα πρώτο βήμα για την ανάκτηση του τζαμιού Αλ-Άκσα στην παλιά πόλη της Ιερουσαλήμ. Αυτό που ενώνει και τις δύο γεωπολιτικές θέσεις είναι ο κατάφωρος αντι-δυτικισμός, και αυτή τη φορά η θρησκεία διαμορφώνει αυτό το χάσμα Ανατολής-Δύσης, ακόμα κι αν το ξεπερνάει. Και απέναντι σε αυτόν τον καθοριστικό γεωπολιτικό ρόλο της θρησκείας, η δυτική αμηχανία καθίσταται ακόμη πιο προφανής.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι ζούμε σε έναν μετα-εκκοσμικευμένο κόσμο, αλλά αυτή η δήλωση θα ίσχυε μόνο αν ήταν αλήθεια ότι η θρησκεία κάποτε είχε χαθεί. Η αναβίωση της θρησκείας στη Ρωσία και την Τουρκία δείχνει ότι η μορφή της εκκοσμίκευσης που μισεί τη θρησκεία είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Υπάρχει, ωστόσο, ένας άλλος τρόπος να δούμε το «εκκοσμικευμένο», ο οποίος είναι μια αναδιάρθρωση του πολιτικού και πολιτισμικού τοπίου με τέτοιο τρόπο ώστε η θρησκεία να μην είναι η «πραγματικότητα που καθοδηγεί τα πάντα» και να μην λειτουργεί ως «κοινή θεολογική προοπτική». Αυτή η επανατοποθέτηση της θρησκείας ανοίγει την πόρτα στον πλουραλισμό· πολιτικό, πολιτισμικό και ηθικό. Η επανατοποθέτηση δεν χρειάζεται να μοιάζει παντού ίδια, καθώς ήδη τώρα έχει διαφορετική μορφή στη Γαλλία, τη Νορβηγία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ακόμα κι αν είναι μια δυτική κατασκευή, αυτός ο τρόπος προσέγγισης της θρησκείας έχει γίνει παγκόσμιος και μπορεί να διαμορφωθεί με τρόπο που να αμφισβητεί τις δυτικές προκαταλήψεις. Όπως δηλώνει ο Τσαρλς Τέιλορ, «για να αξιώνει το όνομα “εκκοσμικευμένο”, το κράτος στις σύγχρονες δημοκρατίες δεν πρέπει να θεωρείται πρωτίστως ως προπύργιο ενάντια στη θρησκεία, αλλά ως καλόπιστη προσπάθεια να εξασφαλιστούν μερικοί βασικοί στόχοι». Για τον Τέιλορ αυτοί οι στόχοι είναι απλά η ελευθερία, η ισότητα και ο πλουραλισμός.
Υπάρχουν ορισμένοι δυτικοί ακαδημαϊκοί που ισχυρίζονται ότι αυτό το «εκκοσμικευμένο-ως-πλουραλισμός» είναι απλά μεταμφιεσμένος Χριστιανισμός που προσπαθεί να εποικίσει τον κόσμο εις τον αιώνα με φιλελεύθερη ιδεολογία. Πράγματι, υπάρχει μια παράξενη συμμαχία, αν και για διαφορετικούς λόγους, ανάμεσα στους συντηρητικούς χριστιανούς και σ’ εκείνους που η Σεσίλ Λαμπόρντ αποκαλεί «θεωρητικούς θρησκευτικής κριτικής», που αμφότεροι αναζητούν την κατάργηση της κοσμικότητας και των φιλελεύθερων αντιλήψεών της για τα ανθρώπινα δικαιώματα, την απαραβίαστη αξιοπρέπεια και την ελευθερία. Και ενώ οι συντηρητικοί χριστιανοί συνεχίζουν να ελπίζουν στην αναστροφή της ηθικής αποδιοργάνωσης στις ΗΠΑ, οι περισσότεροι αντι-κοσμικοί ακαδημαϊκοί δεν κατάφεραν να διατυπώσουν κάποια εναλλακτική λύση έναντι των φιλελεύθερων αξιών. Σε κάποιο βαθμό, το δικό τους αντιφιλελεύθερο όραμα για το μετα-εκκοσμικευμένο επέτρεψε τις εκδοχές της «διαχειριζόμενης δημοκρατίας» της Ρωσίας και της Τουρκίας. Ισχυρίζονται ότι η Ρωσία και η Τουρκία δεν είναι αντιδημοκρατικές, απλά η δική τους εκδοχή της δημοκρατίας δεν είναι αυτή της άθεης Δύσης.
Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου έθεσε την έναρξη της εποχής του «μετα-εκκοσμικευμένου» δικτάτορα και, στη Ρωσία και την Τουρκία, αυτοί οι δικτάτορες έχουν συντρίψει την κληρονομιά της αντι-θρησκευτικής εκκοσμίκευσης μόνο για να προσποιούνται ότι υποστηρίζουν τη «δημοκρατία» χρησιμοποιώντας τη θρησκεία για εσωτερικούς πολιτικούς σκοπούς και για γεωπολιτικούς ελιγμούς. Αν η Δύση πει «καλό κατευόδιο» στην εκκοσμίκευση, θα είναι σαν να παίζει το παιχνίδι τους. Αντ’ αυτού, θα πρέπει να υπενθυμίζουμε σε όλους αυτό το άλλο είδος εκκοσμίκευσης, που διαμορφώνει ένα χώρο για να μεγιστοποιήσει τον πολιτικό, πολιτισμικό και ηθικό πλουραλισμό για χάρη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της απαραβίαστης αξιοπρέπειας, της αμετάκλητης μοναδικότητας και της ελευθερίας. Θεολογικά, εάν σύμφωνα με τη λογική της Ενσάρκωσης, ο μυστικιστικός είναι αναπόφευκτα πολιτικός, τότε οι Χριστιανοί δεν πρέπει να γιορτάζουν αφελώς την μετα-κοσμικότητα, είτε στη ρωσοτουρκική μορφή είτε στην μορφή των θεωρητικών της θρησκευτικής κριτικής, αλλά, αντίθετα, θα πρέπει να διαμορφώσουν και να αγκαλιάσουν ενεργά το «εκκοσμικευμένο-ως-πλουραλισμό».
Ο Αριστοτέλης Παπανικολάου είναι ο καθηγητής της έδρας Ορθόδοξης Θεολογίας και Πολιτισμού «Αρχιεπίσκοπος Δημητρίος» και συν-διευθυντής του Ορθόδοξου Κέντρου Χριστιανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Fordham.
To ιστολόγιο Δημόσια Ορθοδοξία (Public Orthodoxy) επιδιώκει να προωθήσει συζήτηση και συνδιάλεξη, παρέχοντας ένα φόρουμ για διαφορετικές απόψεις σε σχέση με σύγχρονα ζητήματα που αφορούν τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό. Οι απόψεις που εκφράζονται σ’ αυτό το άρθρο είναι αποκλειστικά του συγγραφέως και δεν αντιπροσωπεύουν τις απόψεις των εκδοτών,των μεταφραστών, ή του Κέντρου Ορθοδόξων Χριστιανικών Σπουδών.