Άντριου Μελλάς (Andrew Mellas)

Τι είναι το συναίσθημα[1]; Έχουν τα συναισθήματα ιστορία; Ποιος κατέχεται από το πάθος; Είναι τα πάθη έμφυτα; Αυτές οι ερωτήσεις είναι πολύ πιο περίπλοκες απ’ ό,τι φαίνεται. Πράγματι, τα τελευταία χρόνια, οι επιστήμονες έχουν διερευνήσει πώς κατανοούνται και στοιχειοθετούνται τα συναισθήματα μέσα στην ιστορία, έχουν εξετάσει, επίσης, τον ρόλο των συναισθηματικών προσεγγίσεων ως κινητήριων δυνάμεων διάφορων πολιτισμικών και πολιτικών μεταβολών και έχουν εμβαθύνει στη λειτουργικότητα των συναισθημάτων. Προσφάτως, το κίνημα «Οι Ζωές των Μαύρων Μετρούν» απέδειξε ότι η επιθυμία για δικαιοσύνη μπορεί να κινητοποιήσει, μέσω των συναισθημάτων, κοινότητες ανθρώπων πέρα από τα κρατικά σύνορα. Σκοπός αυτού του άρθρου είναι να διερευνήσει την έννοια του λειτουργικού συναισθήματος. Μπορούν τα συναισθήματα των πιστών, που έχουν γευθεί το μυστήριο του Θεού, κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, να μεταβληθούν σε θεϊκά συναισθήματα; Καθώς η αισθαντικότητα της ιερής ακολουθίας προσκαλεί τους πιστούς στη θεωρία του θείου κάλλους, κατά τον ίδιο τρόπο, η ακρόαση των ύμνων καθοδηγεί τους πιστούς στην αληθινή πραγματικότητα των συναισθημάτων, στην ολοένα εντονότερη επιθυμία της ψυχής για τον Χριστό. Εάν, μέσω της Θείας Λειτουργίας, οι πιστοί θα μπορούσαν να κατοικήσουν στο «μυθικό» σύμπαν της υμνογραφίας, να γίνουν πρωταγωνιστές στις βιβλικές (και απόκρυφες) ιστορίες της και να βρουν τη θέση τους στο ιερό δράμα της σωτηρίας, τότε, διαμέσου αυτής της αισθαντικής μυσταγωγίας, το ανθρώπινο συναίσθημα θα μπορούσε να μετατραπεί σε θεϊκό συναίσθημα, το ανθρώπινο πάθος να μεταβληθεί σε θεϊκό πάθος.
Τα πάθη δεν θεωρούνται, απαραίτητα, πονηρές παραμορφώσεις της ανθρώπινης φύσης[2]. Μπορούν να ταξινομηθούν σε αγαθά και πονηρά, ανάλογα με τη χρήση τους. Αυτή η αντίληψη περί του ανθρώπινου πάθους βασίζεται στην πατερική διδασκαλία για τα πάθη του Χριστού. Ο Κύριλλος Αλεξανδρείας δεν απέδωσε τα πάθη του Χριστού στην ανθρώπινη φύση Του. Όταν ο Ιησούς έκλαψε μπροστά στον τάφο του Λαζάρου, η «αγία σάρκα» Του δάκρυσε, αλλά με τέτοιο τρόπο που η «ατάραχη» θεότητα συγκράτησε τη θλίψη από την υπερβολή και «δίδαξε [τη σάρκα] να φρονεί αυτά που ξεπερνούν τη φύση της» (Υπόμνημα στοΚατά Ιωάννην 11:13, PG 74, 53A). Το ζήτημα για τα πάθη του Λόγου είναι σωτηριολογικό:
Όπως, όμως, ο θάνατος δεν καταργήθηκε με κανέναν άλλο τρόπο, παρά με τον θάνατο του Σωτήρα, αλλά και με κάθε πάθος της σάρκας Του. Επειδή, αν δεν δείλιαζε, δεν θα μπορούσε η ανθρώπινη φύση να ελευθερωθεί απ’ τη δειλία· αν δεν λυπόταν, ποτέ δεν θα μπορούσε να απαλλαγεί απ’ τη λύπη· αν δεν ταραζόταν και δεν πτοούταν, ποτέ δεν θα ξέφευγε απ’ αυτά τα πάθη.
(Υπόμνημα στο Κατά Ιωάννην 8, Κατά Ιωάννη 12:27, PG 74, 92D).
Τα πάθη του Χριστού αποδόθηκαν στον Σαρκωμένο Λόγο. Παρομοίως, τα πάθη του ανθρώπου είναι ακόμα ένα παράδειγμα για το πώς ο Θεός διαμόρφωσε την ανθρώπινη φύση και την κατέστησε διάμεσο σημείο μεταξύ γης και ουρανού. Κάθε κίνηση του συναισθήματος, η οποία «υψώνεται με το ύψος της διάνοιας μπορεί να συμμορφωθεί με το κάλλος της θείας εικόνας.» (Γρηγόριος Νύσσης, Περί Κατασκευής του Ανθρώπου, PG 44, 193C).
Κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας και των ιερών ακολουθιών, οι ύμνοι και τα ιερά τεκταινόμενα έχουν ως σκοπό να αναταράξουν τον εσωτερικό κόσμο του Χριστιανού, προσκαλώντας κάθε πιστό να στοχαστεί την κάθε βιβλική αφήγηση και να ταυτιστεί με τον κεντρικό χαρακτήρα της αντίστοιχης βιβλικής ιστορίας. Τα παραδείγματα αφθονούν στα κοντάκια του Ρωμανού του Μελωδού και στον Μέγα Κανόνα του Ανδρέα Κρήτης. Αλλά, ας ρίξουμε μια ματιά στο τροπάριο της Κασσιανής Κύριε, ἡ ἐν πολλαίς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή και στον τρόπο με τον οποίο η γυναίκα αυτής της ιστορίας απαλλάσσεται από την αμαρτία μέσω των δακρύων, της κατάνυξης και της μετάνοιας. Η Κασσιανή δίνει φωνή στην αμαρτωλή γυναίκα και αποκαλύπτει τον εσωτερικό της κόσμο. Επιπλέον, νουθετεί τους πιστούς μέσω της μετάνοιας της αμαρτωλής, χωρίς, όμως, να φανερώνει την ταυτότητα της γυναίκας. Παρόλο που ο ύμνος αποκρύπτει την πορνεία της γυναίκας, υπαινίσσεται τον σκοτεινό της ερωτισμό.
Η εξομολόγηση της πρωταγωνίστριας του ύμνου, η επιθυμία της να βιώσει το έλεος του «ψυχοσώστη Σωτήρα» και η παράκλησή της να μην την παραβλέψει, καθοδηγεί τους πιστούς στο ίδιο σταυροδρόμι μετάνοιας και ελπίδας. Ο ψάλτης αναλαμβάνει τον ρόλο του πρωταγωνιστή, ο οποίος γίνεται παράδειγμα κατάνυξης. Τα δάκρυα χαράσσουν ένα μονοπάτι προς τον θεό, διαμεσολαβώντας ως κατώφλι επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού χαρακτήρα και των πιστών. Με τον ίδιο τρόπο που απεικονίζονται και οι δυο κόσμοι, ο γήινος και ο ουράνιος, οι οποίοι συγκλίνουν την ώρα της λειτουργικής μυσταγωγίας, αναβλύζουν δάκρυα κατάνυξης στη μεθοριακότητα του ιερού χώρου, μέσα στον λειτουργικό σύμπαν της υμνωδίας, αιωρούμενα μεταξύ νοσταλγίας και εσχάτων.
Το Τροπάριο της Κασσιανής καθίσταται ένας συλλογικός τόπος λειτουργικής ενέργειας, που επιδιώκει να προσελκύσει τους πιστούς που λαχταρούν να βιώσουν το ιερό δράμα, κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το ποίμνιο μπορεί να ακολουθήσει τα βήματα της αμαρτωλής γυναίκας ταυτιζόμενο μαζί της και να βαδίσει στο μονοπάτι της μετάνοιας. Οι πιστοί συμμετέχουν σε αυτό το ιερό αφήγημα χωρίς να καθηλώνονται σε κάποιο στατικό σημείο του χρόνου, αλλά πορεύονται με τον Χριστό στην εξορία του Αδάμ και της Εύας απ’ την Εδέμ, έως την σταύρωση, τον θάνατο και την Ανάσταση του. Η πάροδος του χρόνου διαιρείται σε διαφορετικές χρονικές στιγμές της ιστορίας της σωτηρίας, τοποθετώντας τον πιστό στο κέντρο ενός κοσμικού δράματος και χαρίζοντάς του την αίσθηση της ταπείνωσης.
Οι μυστικές και θεολογικές διαστάσεις του λειτουργικού πάθους έχουν συναρπαστικές επιπτώσεις στην ιστορία του συναισθήματος, στο Βυζάντιο, διαταράσσοντας το σύγχρονο αδιέξοδο μεταξύ των επιχειρημάτων υπέρ της βιολογικής, και, ως εκ τούτου, οικουμενικής προέλευσης των συναισθημάτων και των επιχειρημάτων που ορίζουν τα συναισθήματα ως μορφώματα κοινωνικά. Το να νοιώθεις λειτουργικά συνεπάγεται τη συμμετοχή στο μυστήριο και στην ετερότητα του Θεού. Ως μέλη του σώματος του Χριστού, ως μια λειτουργική κοινότητα, που διακρίνεται από συναισθήματα και μπορεί να συναισθάνεται πράγματα πέρα από τη φύση της, οι πιστοί καλούνται από την υμνωδία να βιώσουν τα θεϊκά πάθη των κεντρικών χαρακτήρων κάθε ύμνου. Αυτά τα πάθη δημιουργήθηκαν εντός ενός λειτουργικού γεγονότος μέσα στην αισθαντική μυσταγωγία της υμνωδίας και της ακολουθίας. Μολονότι το κοινωνικό και πολιτιστικό περιβάλλον, όπου αυτά τα συναισθήματα προέκυψαν, δεν μπορεί να παραμεριστεί, το λειτουργικό πάθος γίνεται καθρέφτης, μέσα στον οποίο κάθε πιστός μπορεί να διακρίνει τον δικό του κόσμο και να κρίνει την πορεία της ζωής του. Τα λειτουργικά συναισθήματα είναι, από μια ορισμένη άποψη, δι-ιστορικά και διαπολιτισμικά φαινόμενα.
[1] Η αγγλική λέξη emotion, η οποία μεταφράζεται ως συναίσθημα, στα νέα ελληνικά μπορεί να σημαίνει και πάθος. Σύμφωνα με την πατερική ορολογία, η λέξη «πάθος» ταυτίζεται, πολλές φορές, με το συναίσθημα. Βλ. G.W.H. Lampe, A Patristic Greek Lexicon, λήμμ. «Πάθος», (Oxford: Clarendon Press, 1961) 992. Βλ. Σωκρ. Γκίγκας, λημμ. «Πάθος», ΘΗΕ 9: Ὅ ὅρος χρησιμοποιεῖται ἐν ἐννοία φιλοσοφικῇ, ἠθικῇ καὶ ψυχολογικῇ. Εἰς τὴν ἀρχαίαν ἑλληνικὴν φιλοσοφίαν ἔχει μίαν ἰδιαιτέραν ἀνθρωπολογικὴν σημασίαν· σημαίνει τὸ ἐνστικτῶδες καὶ ἄλογον μέρος τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς. Εἰς ὅλους τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνας φιλοσόφους τὸ «πάθος» ἀντιτίθεται πρὸς τὸν «λόγον», ἰσοδυναμεῖ δηλ. πρὸς ὅ,τι ἡμεῖς σήμερον καλοῦμεν «ἔνστικτον». Ἐπὶσης χρησιμοποιεῖται καὶ πρὸς δήλωσιν τοῦ συναισθήματος. Βλ. Richard Sorabji, Emotion and Peace of Mind: From Stoic Agitation to Christian Temptation, (Oxford:Oxforod University Press, 2000): O Sorabji μεταφράζει, επίσης, την ελληνική λέξη «πάθος» ως emotion στα αγγλικά, καθώς πραγματεύεται την έννοια του πάθους στη στωική φιλοσοφία και στη χριστιανική θεολογία.
[2] Βλ. Metropolitan Kallistos Ware, “The Meaning of ‘Pathos’ in Abba Isaias and Theodoret of Cyrus,” Studia Patristica 20 (1989): 315–22; Paul Blowers, “Hope for the Passible Self: The Use and Transformation of the Human Passions in the Fathers of the Philokalia,” in The Philokalia: A Classic Text of Orthodox Spirituality, ed. Brock Bingaman and Bradley Nassif (New York: Oxford University Press, 2012), 216–29.
Ο Άντριου Μελλάς είναι επίκουρος καθηγητής Βυζαντινής Ιστορίας και Λειτουργικών Σπουδών στο Ελληνορθόδοξο Κολλέγιο του Αγ. Ανδρέα. Έχει δημοσιεύσει πρόσφατα τη μελέτη του Λειτουργία και Συναισθήματα στο Βυζάντιο: Κατάνυξη και Υμνωδία (Cambridge University Press, 2020).
To ιστολόγιο Δημόσια Ορθοδοξία (Public Orthodoxy) επιδιώκει να προωθήσει συζήτηση και συνδιάλεξη, παρέχοντας ένα φόρουμ για διαφορετικές απόψεις σε σχέση με σύγχρονα ζητήματα που αφορούν τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό. Οι απόψεις που εκφράζονται σ’ αυτό το άρθρο είναι αποκλειστικά του συγγραφέως και δεν αντιπροσωπεύουν τις απόψεις των εκδοτών,των μεταφραστών, ή του Κέντρου Ορθοδόξων Χριστιανικών Σπουδών.