Christopher Howell

Σε δύο προηγούμενες αναρτήσεις ασχολήθηκα με τις επιστημονικές και πολιτικές απόψεις του επιστήμονα Θεοδόσιου Ντομπζάνσκι. Ο τρίτος τομέας στον οποίο θα ήθελα να επικεντρωθώ είναι η θρησκεία, όπου το έδαφος είναι αρκετά ασταθές. Οι απόψεις του Ντομπζάνσκι αναφορικά με τη θρησκεία ήταν ιδιόμορφες και άκρως προσωπικές, ενώ είναι ασαφές σε ποιο βαθμό ο ίδιος ενστερνιζόταν συγκεκριμένα ορθόδοξα δόγματα. Αν και ήταν ανοιχτός όσον αφορά τη συμπάθειά του για τη θρησκεία, καθώς και το ενδιαφέρον του για φιλοσοφικά ζητήματα, κρατούσε πολλά πράγματα για τον εαυτό του, εφόσον προσευχόταν σε μια γλώσσα που οι συνάδελφοί του δεν μπορούσαν να καταλάβουν.
Αυτό το γεγονός καθιστούσε τις πεποιθήσεις του δυσδιάκριτες. Στο άρθρο “The Grand Old Man of Evolution” [Ο Μέγας Γηραιός Άντρας της Εξέλιξης], ο Ernst Mayr παρατηρεί ότι ο Ντομπζάνσκι πίστευε σε έναν προσωπικό Θεό, ενώ ο Francisco Ayala, ο οποίος ήταν παρών στον θάνατο του Ρώσου επιστήμονα, υποστήριξε στα απομνημονεύματά του ότι ο Ντομπζάνσκι δεν πίστευε. Φαίνεται πάντως ότι ο τελευταίος κατά καιρούς μετρίαζε τη στάση αναφορικά με τα δόγματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ενώ παράλληλα στο έργο του The Biology of Ultimate Concern [Η Βιολογία της Απόλυτης Ανησυχίας] αναφέρει ότι είναι «ανώφελο» να προσεύχεσαι σε έναν «ντεϊστικό ωρολογοποιό Θεό». Παρόλα αυτά, ο Ντομπζάνσκι προσευχόταν συχνά. Πως μπορεί κανείς λοιπόν να αποσαφηνίσει όλα τα παραπάνω;
Η πίστη αποτελεί μόνο ένα τμήμα της θρησκευτικής ζωής· κι ενώ οι πεποιθήσεις του Ντομπζάνσκι φαίνονται ορισμένες φορές ανεξιχνίαστες, η πρακτική του ήταν πιο φανερή. Σ’ ένα εξαιρετικό δοκίμιο για τον Ντομπζάνσκι, το οποίο περιλαμβάνεται στο βιβλίο Eminent Lives in Twentieth–Century Science and Religion [Εξέχοντες Βίοι στην Επιστήμη και τη Θρησκεία], ο Jitse M. Van Der Meer καταγράφει τον τρόπο, με τον οποίο ο Ρώσος βιολόγος επηρεάστηκε από τον Σολοβιόφ, ενώ παράλληλα διεξάγοντας μια προσεκτική αναδίφηση στα ημερολόγια και τα έγγραφα του Ντομπζάνσκι καταδεικνύει ότι η θρησκεία τον απασχολούσε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωή του, κι όχι μόνο όταν ήταν πλέον κοντά στον θάνατο (όπως μερικές φορές υποστηρίζεται). Πράγματι, ο Ντομπζάνσκι εξομολογείτο, αν και δεν φαίνεται να θεωρούσε την έννοια της αμαρτίας τόσο σημαντική όσο θα περίμεναν οι συνάδελφοί του (καθώς ήταν επηρεασμένοι από μια προτεσταντική έμφαση στην εξαχρείωση του ανθρώπου, όσο κι αν την απέρριπταν). Κατά συνέπεια, δεν πίστευε ότι η αμαρτία καθιστούσε αδύνατη τη διενέργεια καλών πράξεων, διατηρώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την πίστη του στην ανθρώπινη δράση και την ελευθερία ενάντια στον ντετερμινισμό (είτε επιστημονικό είτε θεολογικό).
Πράγματι, όπως καταδεικνύει ο Van Der Meer, τα ημερολογιακά γραπτά του Ντομπζάνσκι γέμουν με αναφορές στη θρησκεία. Συχνά άρχιζε και τελείωνε με δοξολογία προς τον Θεό. Επίσης τον ενοχλούσε η έλλειψη θρησκευτικής εκπαίδευσης στην Αμερική, θεωρώντας ότι: «το πρόβλημα είναι ότι δεν έχουν ηθική και θρησκευτική εκπαίδευση και όταν μεγαλώνουν γίνονται εγωιστές, εγωκεντρικοί και ελευθερόφρονες». Ήταν απογοητευμένος απ’ το αμερικανικό Πάσχα, όπως φαίνεται από μια καταχώρηση του το 1927 στο ημερολόγιό του, η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί ως ακραιφνώς ορθόδοξη: «Το Πάσχα δεν έχει ενδιαφέρον εδώ, αγοράζουν κρίνα ειδικής χρήσης ή γενικότερα λουλούδια και αυτό είναι όλο. Δεν υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο φαγητό, ίσως μόνο δύο σοκολατένια αυγά. Δεν έχει κανένα νόημα». Παρομοίως ο Michael Ruse ισχυρίζεται στο βιβλίο του The Evolution of Theodosius Dobzhansky [Η Εξέλιξη του Θεοδόσιου Ντομπζάνσκι] ότι η πίστη του Ρώσου επιστήμονα στον Θεό και η ελπίδα του για σωτηρία ήταν «σχεδόν ολοκληρωτική».
Η ελπίδα βρισκόταν στο επίκεντρο της θρησκευτικής κοσμοθεώρησης του Ντομπζάνσκι· ελπίδα, την οποία του προσέφερε τόσο ο Χριστιανισμός όσο και η επιστημονική θεωρία της εξέλιξης, διότι η εξέλιξη μέσω της φυσικής επιλογής επιτρέπει μια εξελικτική διαδικασία στην ιστορία παρέχοντας χώρο για την ανθρώπινη ελευθερία και κατά συνέπεια προσφέροντας ελπίδα. Όπως αναφέρει ο Ντομπζάνσκι στο έργο του Mankind Evolving [Η ανθρωπότητα εξελίσσεται] η ιδέα ότι η ανθρωπότητα δεν έχει άπαξ εξελιχθεί, αλλά συνεχίζει να εξελίσσεται –όπως, σύμφωνα με την ορθόδοξη θεώρηση, η ανθρωπότητα δεν «σώθηκε μια για πάντα», αλλά συνεχώς βρίσκεται σε μια εξελικτική κατάσταση σωτηρίας– σημαίνει ότι η ανθρωπότητα «δεν αποτελεί το φυσικό κέντρο του σύμπαντος […] ωστόσο μπορεί να αποτελεί το πνευματικό το κέντρο». Μια εξελικτική θεώρηση της σωτηρίας και της ιστορίας θα μπορούσε να οδηγήσει στη συγχώνευση του Χριστιανισμού και της επιστήμης. Επιπλέον στο βιβλίο του Genetic Diversity and Human Equality [Γενετική ποικιλομορφία και η ισότητα των ανθρώπων] ο Ντομπζάνσκι τονίζει ότι: «εάν δεν υφίσταται εξέλιξη, τότε όλα είναι μάταια […] εάν ο κόσμος εξελίσσεται τότε υπάρχει και ελπίδα». Ένας ρευστός κόσμος είναι ένας κόσμος που επιδέχεται λύτρωσης και μπορεί επίσης να βρίσκεται καθοδόν προς τη θέωση.
Ο Ντομπζάνσκι, ωστόσο, χρειαζόταν περισσότερα. Ήθελε να πραγματοποιήσει μια σύνθεση και αυτό εξηγεί τη στροφή του προς τον Pierre Teilhard de Chardin, για το έργο του οποίου ο Ρώσος βιολόγος φανέρωσε πραγματικό ενθουσιασμό, ακόμη και όταν οι περισσότεροι επιστήμονες ενστερνίστηκαν την καυστική κριτική του Peter Medawar απορρίπτοντας το βιβλίο του Teilhard The Phenomenon of Man [Το Φαινόμενο του Ανθρώπου]χωρίς δεύτερη σκέψη (ο Medawar το χαρακτήρισε «αντιεπιστημονικο», «ακατανόητο», ενώ η ανάγνωσή του προκάλεσε «πραγματική αγωνία, ακόμη και […] απόγνωση»).
Παρόλα αυτά, ο Ντομπζάνσκι ήταν αφοσιωμένος υποστηρικτής του Teilhard, σε σημείο που έγινε πρόεδρος του Συλλόγου Teilhard το 1969. Ουσιαστικά ο Γάλλος επιστήμονας και Ρωμαιοκαθολικός ιερέας διέθεσε στον Ντομπζάνσκι το πλαίσιο για να πραγματοποιήσει τη σύνθεσή του. Στο έργο του Mankind Evolving [Η ανθρωπότητα εξελίσσεται], ο Ντομπζάνσκι γράφει ότι η ανθρωπότητα χρειάζεται μια πίστη, μια ελπίδα – «τίποτε λιγότερο από μια θρησκευτική σύνθεση […] βασισμένη σε μια από τις μεγάλες θρησκείες του κόσμου ή και σε όλες μαζί». Ο ίδιος ήταν γοητευμένος απ’ την εξελικτική και προοδευτική θεώρηση της ιστορίας του Teilhard, τον οποίο επαινεί στο έργο του Genetic Diversity and Human Equality [Γενετική ποικιλομορφία και η ισότητα των ανθρώπων] λέγοντας ότι είναι: «ο εξελικτικός βιολόγος που είχε το κουράγιο να προβλέψει μελλοντικές υπερβάσεις, μια ανθρωπότητα που κινείται προς αυτό, το οποίο ο ίδιος αποκαλεί μέγα-σύνθεση προς το Σημείο Ωμέγα και συμβολίζει τον Θεό». Στο βιβλίο του Mankind Evolving, ο Ντομπζάνσκι υποστήριξε ότι ο Χριστιανισμός ήταν «βασικά εξελικτικός», και ότι απαιτούσε μια προοδευτική, γραμμική κίνηση της ιστορίας κι όχι κυκλική («Δημιουργία, λύτρωση και κατεύθυνση προς την Πόλη του Θεού»). Ο μύθος της αιώνιας επιστροφής είναι μια κραυγή αγωνίας για σταθερότητα, αλλά η κατάφαση του χρόνου και της ιστορίας από τον Χριστιανισμό σημαίνει ότι θα μπορούσε να εναρμονιστεί με την εξέλιξη. Τόσο ο Χριστιανισμός όσο και η εξέλιξη έδειξαν ότι η δημιουργία αποτελεί «μια συνεχής διαδικασία και όχι ένα γεγονός του μακρινού παρελθόντος». Ο Teilhard κατέδειξε έναν πιθανό τρόπο, με τον οποίο θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί αυτή η συνδυαστική εξέλιξη, ενώ ο Ντομπζάνσκι προσπάθησε να τον απομακρύνει απ’ την επιστημονική υπόθεση της ορθογένεσης, υποστηρίζοντας ότι ο Teilhard δεν πίστευε πραγματικά σ’ αυτή τη μορφή εξέλιξης, όπως υποστήριζαν οι επικριτές του.
Ασφαλώς, οι παραδοσιοκράτες επικριτές του Ντομπζάνσκι δεν είδαν με καλό μάτι τις απόψεις του. Ο Σεραφείμ Ρόουζ στο βιβλίο που εκδόθηκε μετά το θάνατό του Genesis, Creation and Early Man [Γένεσις, Δημιουργία και ο Πρώιμος Άνθρωπος] επιτέθηκε στον Ντομπζάνσκι όχι μόνο όσον αφορά τις πεποιθήσεις του αλλά και για την πρακτική του. Τον καταδίκασε επειδή δεν πήγαινε συχνά στην εκκλησία αλλά και διότι αποτέφρωσε το σώμα της γυναίκας του και σκόρπισε τις στάχτες στην οροσειρά της Σιέρρα Νεβάδα. Ο Ρόουζ μάλιστα τόνισε ανησυχητικά ότι ο Ντομπζάνσκι πραγματοποίησε την εναρκτήρια ομιλία στο σεμινάριο του Αγίου Βλαδίμηρου το 1972 και ότι του απονεμήθηκε ο τίτλος του επίτιμου διδάκτορα. Επιπλέον ο Ρόουζ δήλωσε ότι οι πεποιθήσεις του Ντομπζάνσκι είναι «οι συνηθισμένες φιλελεύθερες χριστιανικές ιδέες ότι το βιβλίο της Γενέσεως είναι συμβολικό» και ότι η ανθρωπότητα μπορεί να αποτελέσει «συνεργάτη στο εγχείρημα της δημιουργίας».
Ο Ντομπζάνσκι δεν είχε ουδεμία επικοινωνία με τον Ρόουζ, αλλά πιθανότατα θα του απαντούσε αυτό που αναφέρει και στο βιβλίο του The Biology of Ultimate Concern [Η Βιολογία της Τελικής Ανησυχίας] ότι δηλαδή: «Οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν είχαν πάντοτε απόψεις που σήμερα θα χαρακτηρίζονταν ως φονταμενταλιστικές». Επίσης, ίσως θα σημείωνε ότι οι επιστημονικές απόψεις του Ρόουζ ήταν τόσο σύγχρονες όσο και οι δικές του, καθώς οι εν λόγω απόψεις του Ρόουζ προέρχονταν σχεδόν εξ ολοκλήρου απ’ το έργο του Henry Morris και των προτεσταντών φονταμενταλιστών του Ινστιτούτου για την Έρευνα της Δημιουργίας.
«Είμαι δημιουργιστής και εξελικτικός», έγραψε ο Ντομπζάνσκι στην πιο συνθετική, αναμφισβήτητα, δήλωσή του, που περιλαμβάνεται στο κλασικό πλέον δοκίμιό του, ο τίτλος του οποίου αντικατοπτρίζει τη θέση του: «Τίποτα στη βιολογία δεν έχει νόημα παρά μόνο υπό το πρίσμα της εξέλιξης». Καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, καθώς και μέσω του έργου του ο Ντομπζάνσκι ήταν ένας μεγάλος συνθέτης κοσμοθεωριών, ένας άνθρωπος που προσπάθησε να συγχωνεύσει τα διαφορετικά σκέλη των ενδιαφερόντων και της ζωής του με σκοπό να συνδυάσει τη φυσική επιλογή και τη γενετική, τη δημοκρατία με τη γενετική, καθώς και την ηθική, τη θρησκεία με την επιστήμη. Το αν ήταν επιτυχής ή όχι κείται πέρα από το πεδίο της παρούσας ανάλυσης, το έργο του πάντως είναι αξιοθαύμαστο για τη σοβαρότητά του και τη φιλοδοξία του. Εδώ πρέπει επίσης να υπενθυμίσουμε ότι ο άνθρωπος, τον οποίο ο Stephen Jay Gould αποκάλεσε «τον μεγαλύτερο εξελικτικό βιολόγο το αιώνα μας» ήταν ορθόδοξος χριστιανός, αν και περισσότερο ιδιόρρυθμος.
Η μεγαλύτερη κληρονομιά του Ντομπζάνσκι σε όλους τους τομείς της σκέψης ήταν η προσπάθειά του για σύνθεση. Στο βιβλίο του Mankind Evolving [Η ανθρωπότητα εξελίσσεται] εκφράζει την ανησυχία του, η οποία συμμερίζεται τις ανησυχίες του Albert Schweitzer, ότι «η εποχή μας έχει ανακαλύψει πώς να διαχωρίζει τη γνώση από τη σκέψη», και ήλπιζε να βρει τρόπους, ούτως ώστε να διορθώσει το ρήγμα, τονίζοντας ότι «οι απόπειρες σύνθεσης της γνώσης είναι απαραίτητες». Ο Ντομπζάνσκι ήλπιζε να εντοπίσει τη μέση οδό για να καταπολεμήσει τη βαλκανοποίηση της εκπαίδευσης, τη διάσπαση της φιλοσοφίας και της επιστήμης, καθώς και την ερμητική απομόνωση της πνευματικότητας από τη βιολογία. Η σαφέστερη σύνοψη των εν λόγω προσπαθειών κατέφθασε μόλις δύο χρόνια πριν από το θάνατό του, όταν ο Ντομπζάνσκι θέλησε να υπενθυμίσει στους πάντες, στο δοκίμιό του «Τίποτα στη βιολογία δεν έχει νόημα παρά μόνο υπό το πρίσμα της εξέλιξης» ότι η «εξέλιξη είναι η μέθοδος της Δημιουργίας του Θεού ή της Φύσης. Η Δημιουργία δεν είναι κάτι που συνέβη το 4004 π.Χ, αλλά μια διαδικασία που ξεκίνησε 10 δισεκατομμύρια χρόνια πριν και ακόμη βρίσκεται εν εξελίξει».
Ο Christopher Howell είναι διδάκτορας Θρησκευτικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Duke.