Από τον πρωτοπρεσβύτερο, δρ. Michael A. Meerson

Το Διοικητικό Συμβούλιο του θεολογικού Σεμιναρίου του Αγίου Βλαδίμηρου και, ιδιαίτερα, ο Πρόεδρός του, ο πατήρ Chad Hatfield, πρέπει να επαινεθούν για τη συνεχή εργασία τους όσον αφορά τη διατήρηση του Σεμιναρίου. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, ωστόσο, ότι η σχολή τους ανήκει σε μεγάλο βαθμό στις αμερικανικές «έντεκα δικαιοδοσίες», στον σύνολο Ορθόδοξο κόσμο, που εμπιστεύεται στην εν λόγω σχολή νέους σπουδαστές και τέλος, σε ολόκληρη την Ορθόδοξη Εκκλησία της Αμερικής. Επομένως, είναι απολύτως φυσικό, το μέλλον της σχολής να διευθετηθεί με συνοδικό τρόπο. Ο ορθότερος τόπος ρύθμισης του ζητήματος θα μπορούσε να είναι η επικείμενη εικοστή Παναμερικανική Σύνοδος της OCA αυτό το καλοκαίρι. Υπάρχουν λόγοι να πιστεύουμε ότι η μετεγκατάσταση της σχολής μπορεί να είναι μια λανθασμένη κίνηση. Εξάλλου, η ιστορία και η τοποθεσία, στην οποία βρίσκεται το Σεμινάριο συνδέονται με την αποστολή του.
Από την εποχή του Αϊνστάιν, οι φυσικοί γνωρίζουν ότι ο χρόνος και ο χώρος είναι ένα συνεχές. Οι Ορθόδοξοι κατανοούν το εν λόγω φαινόμενο από διαφορετική οπτική γωνία, διότι γνωρίζουν ότι η γεωγραφία είναι στενά συνυφασμένη με την ιστορία τους. Ειδάλλως, πώς εξηγείται ότι ο Έλληνας Πατριάρχης παρέμεινε στην Κωνσταντινούπολη ως επικεφαλής μιας κοινότητας που αποτελείται πλέον από μερικές χιλιάδες «τουρκοποιημένους» Έλληνες, διατηρώντας παράλληλα τον τίτλο του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως; Είναι γνωστό ότι το κυρίως ποίμνιό του διαμένει στην Αμερική. Γιατί λοιπόν δεν μεταφέρει την έδρα του από το τόσο εχθρικό προς τους Ορθόδοξους Χριστιανούς περιβάλλον στις ειρηνικές νότιες πολιτείες των ΗΠΑ, ας πούμε στη Νέα Ορλεάνη της Λουιζιάνα, όπου μάλιστα ιδρύθηκε η πρώτη ελληνική ενορία, η Αγία Τριάδα, σύμφωνα με την οποία το Οικουμενικό Πατριαρχείο διεκδίκησε τη δικαιοδοσία στις ΗΠΑ;[1] Μέχρι στιγμής, ο Οικουμενικός Πατριάρχης δεν έχει εξετάσει την εν λόγω επιλογή. Ο συμβολισμός του τόπου εξελίσσεται σταδιακά, ως καρπός της ιστορίας και μόλις αναπτυχθεί, αρχίζει να διαμορφώνει την ίδια την ιστορία.
Το ίδιο ισχύει και για τη σχολή του Αγίου Βλαδίμηρου.
Το εν λόγω θεολογικό Σεμινάριο, δημιουργήθηκε ως μια φτωχή θεολογική σχολή σε μια επαρχιακή σλαβόφωνη Μητρόπολη κάπου στην Αμερική. Χάρη στη Πρόνοια του Θεού, μετατράπηκε σε ανώτερη θεολογική σχολή, πράγμα που επιτεύχθηκε με το έργο Ρώσων καθηγητών, οι οποίοι, κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης εξορίας τους, διέφυγαν απ’ την κατεστραμμένη μεταπολεμική Ευρώπη και βρήκαν ένα τρίτο καταφύγιο, την Αμερική. Εν συνεχεία, με τις προσπάθειες ενός Ρωσο-Ευρωπαίου-Αμερικανού, του πατέρα Σμέμαν, η σχολή απέκτησε μια εντυπωσιακή πανεπιστημιούπολη έξω από τη Νέα Υόρκη. Εκεί ακριβώς η εν λόγω θεολογική σχολή άρχισε να εκπέμπει το φως της Ορθοδοξίας στα αγγλικά, τη lingua franca, μένοντας πιστή στα λόγια του Κυρίου μας: «Εσείς είστε το φως για τον κόσμο· μια πόλη χτισμένη ψηλά στο βουνό δεν μπορεί να κρυφτεί. Οι άνθρωποι, όταν ανάψουν το λυχνάρι, δεν το βάζουν κάτω από το δοχείο με το οποίο μετρούν το σιτάρι, αλλά το τοποθετούν στο λυχνοστάτη, για να φωτίζει όλους τους ανθρώπους του σπιτιού» (Μτ. 5:14-16). Ενώ ήταν ταραγμένοι και τους υποβάθμιζαν ως νεοφερμένους, οι Ρώσοι θεολόγοι περίθαλπαν την Ορθοδοξία και δεν φοβόντουσαν να την προβάλλουν στην αμερικανική κοινωνία, καθώς και σ’ όλο τον χριστιανικό κόσμο. Το φως αυτό αποδείχθηκε τόσο εκτυφλωτικό, που η Μητρόπολη των εμιγκρέδων, διασκορπισμένη ανά την ήπειρο, ανέλαβε την ευθύνη να καταστεί Αμερικανική Τοπική Εκκλησία.[2] Η εν λόγω φιλοδοξία ενισχύθηκε από την ίδια την Αμερική με την σαρωτική θρησκευτική της ελευθερία, την αγγλική γλώσσα και, κυρίως την τοποθέτησή της στη Νέα Υόρκη. Επιπλέον, το φως αυτό ήταν τόσο δυνατό και διαπεραστικό, ώστε η ίδια η Ρωσική Εκκλησία, καταπιεσμένη καθώς ήταν από το αθεϊστικό καθεστώς και έχοντας στερηθεί τη φωνή της όσον αφορά τα εσωτερικά και τα εξωτερικά της ζητήματα, έκανε ένα ηρωικό βήμα ανακηρύσσοντας την εν λόγω επαρχιακή μητρόπολη ως Αμερικανική Αυτοκέφαλη Εκκλησία. Υπενθυμίζουμε ότι, προτού προβεί στην εν λόγω πράξη, ο γηραιός Πατριάρχης Αλέξιος Α΄, μη μπορώντας να συγκαλέσει σύνοδο, συμβουλεύθηκε τηλεφωνικά όλους τους ιεράρχες του Πατριαρχείου του και έλαβε την ομόφωνη έγκρισή τους. Λίγες μόλις ημέρες πριν την κοίμησή του, ο Πατριάρχης υπέγραψε την πράξη αναγνώρισης της αυτοκεφαλίας της Αμερικανικής Μητρόπολης και η Ρωσική εκκλησία έγινε η Μητέρα Εκκλησία της. Ο εν λόγω τόμος της αυτοκεφαλίας προκάλεσε σοκ στην παγκόσμια θρησκευτική σκηνή. Κανένας δεν περίμενε αυτόν τον παίκτη να κάνει μια τέτοια κίνηση, η οποία κατέστησε ένα πιόνι βασίλισσα και προκάλεσε μια διαμάχη, που επηρέασε ολόκληρο τον εν υπνώσει μικρόκοσμο της Ορθοδοξίας ανά τον κόσμο. Όσοι το έχουν ξεχάσει μπορούν να διαβάσουν το άρθρο του π. Σμέμαν «Σημαντική Καταιγίδα».[3] Βέβαια, όπως και κάθε σχολή, εξαρτώμενη απ’ τη φιλανθρωπία, έτσι και το Σεμινάριο του Αγίου Βλαδίμηρου είχε τα σκαμπανεβάσματά του, συνέχισε όμως να συμβολίζει εκείνο το φως, με το οποίο η Ορθοδοξία εξακολουθεί να ακτινοβολεί, προσελκύοντας ακόμη και σήμερα, εν μέσω του Κορονοϊού, φοιτητές από «έντεκα δικαιοδοσίες και οκτώ διαφορετικές χώρες».[4]
Η απόφαση να μεταφερθεί σε οποιαδήποτε άλλη τοποθεσία, αναπόφευκτα επαρχιακή σε σύγκριση με τη Νέα Υόρκη, σηματοδοτεί την παράδοση της ιστορίας του Σεμιναρίου στη λήθη, αλλά και τον σημαντικό περιορισμό της αποστολής του. Στις μέρες μας, οι εκτιμήσεις περί οικονομικής ρευστότητας και κερδοφορίας έχουν τον πρώτο λόγο. Το Διοικητικό Συμβούλιο παρουσίασε το εν λόγω οικονομικό επιχείρημα ως το μόνο αποφασιστικό παράγοντα, χωρίς να λάβει υπόψη του τον Θεό. Βέβαια, η έλλειψη πίστης δεν αποτελεί ασθένεια μόνο του Χριστιανισμού της εποχής μας· την γνωρίζανε και οι Απόστολοι. Ας θυμηθούμε πως ανησυχούσαν για το ότι δεν είχαν πάρει μαζί τους αρκετό ψωμί στο πλοιάριο και πως τους επέπληξε ο Κύριος: « ‘Γιατί σκέφτεστε ότι δεν έχετε ψωμιά; Ακόμη δεν καταλαβαίνεται και δεν μπαίνετε στο νόημα; Τόσο πωρωμένη είναι η καρδιά σας; Παρ’ όλο που έχετε μάτια δεν βλέπετε και παρ’ όλο που έχετε αυτιά δεν ακούτε; Τίποτα δε θυμάστε; Όταν μοίρασα τα πέντε ψωμιά στους πέντε χιλιάδες ανθρώπους, πόσα κοφίνια γεμάτα περισσέμματα μαζέψατε;’ “Δώδεκα”, του λένε. ‘Όταν μοίρασα τα εφτά ψωμιά στους τέσσερις χιλιάδες, πόσα καλάθια γεμάτα περισσέμματα μαζέψατε;’ “Εφτά” του απαντούν. ‘Ακόμη δεν καταλαβαίνεται;’». (Μκ. 8:16-21).
Η εν λόγω στιχομυθία αποκτά εκ νέου σημασία ενόψει της θεολογίας στο Ινστιτούτου του Αγίου Σεργίου στο Παρίσι και του Αγίου Βλαδίμηρου στο Crestwood, που ηγήθηκαν της ευχαριστιακής ανανέωσης, την κύρια πηγή ύπαρξης της Εκκλησίας μας. Ο χρόνος και ο τόπος αναγνωρίστηκαν ως σημεία της Πρόνοιας του Θεού, από όσους έγιναν απόστολοι της Ορθοδοξίας στις μέρες μας. Ήταν η εν λόγω Πρόνοια και η πίστη τους, που έδρασαν ως καθοριστικοί παράγοντες. Επιπλέον, οι ιδρυτές της OCA ήταν περιθωριοποιημένοι πένητες σε σύγκριση με τις τωρινές οικονομικές συνθήκες. Όπως μου είχε αναφέρει ο π. Αλεξάντερ Σμέμαν, συγκρίνοντας τον ξενιτεμό μετά την Επανάσταση με την κατάσταση που αντιμετωπίσαμε εμείς που μεταναστεύσαμε από τη Σοβιετική Ένωση στην Αμερική: «Δεν είχαμε ούτε εσώρουχα να φορέσουμε. Εσείς δεν φοράτε τα ίδια εσώρουχα ξανά και ξανά έτσι δεν είναι;». Στη Γαλλία, ο Μητροπολίτης Ευλόγιος, εν μέσω μιας κατεστραμμένης Ευρώπης, θεωρούσε τη δημιουργία του Θεολογικού Ινστιτούτου του Αγίου Σεργίου ως εγγύηση ύπαρξης πνεύματος ελευθερίας για τη θεολογική έρευνα και ως ένα από τα κύρια επιτεύγματα της ζωής του.[5] «Απέδωσα μεγάλη σημασία στη δημιουργία του Θεολογικού Ινστιτούτου», έχει αναφέρει ο ίδιος. Η ίδρυσή του στο Παρίσι: «στο κέντρο του δυτικοευρωπαϊκού πολιτισμού, ο οποίος δεν είναι ρωσικός, αλλά χριστιανικός, ήταν επίσης προνοητική και σημαντική». Προεικόνιζε έναν οικουμενικό προσανατολισμό για την ανώτερη θεολογική σχολή μας αναφορικά με τη διατύπωση ορισμένων θεολογικών προβλημάτων και θρησκευτικών πρακτικών, ούτως ώστε η Ορθοδοξία να μην παραμείνει καθοδηγούμενη από έναν τυφλοσούρτη, αλλά να αποτελέσει σταδιακά κληρονομιά όλων των χριστιανών.[6] Κατ’ αυτόν τον τρόπο προέκυψε η Οικουμενική Κίνηση, στη διαμόρφωση της οποίας το Ορθόδοξο Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο· μια κίνηση που υπερβαίνει κατά πολύ πλέον την στενή προτεσταντική πρωτοβουλία.
Το Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου προέκυψε απ’ την θαρραλέα πίστη του Μητροπολίτη Ευλογίου. Ο εν λόγω μητροπολίτης και ο βοηθός του Ossorguine έχοντας στα χέρια τους ένα πενιχρό, καθαρά συμβολικό ποσόν, το οποίο είχαν λάβει απ’ το ταμείο πρόνοιας του Μητροπολίτη πήγαν σε μια δημοπρασία, στην οποία βρισκόταν προς πώληση ένα εθνικοποιημένο παραμελημένο ακίνητο, το οποίο ανήκε σε μια γερμανική λουθηρανική οργάνωση. Τελικά το αγόρασαν δίχως κεφάλαια ή κάποια προοπτική για την τελική του απόκτησή. Ωστόσο, ο Κύριος προνόησε: διάφορες δωρεές κατέφθασαν, ούτως ώστε να κατατεθεί το απαραίτητο ποσό έως την καθορισμένη ημερομηνία. Ο Ευλόγιος δανείστηκε το εν λόγω ποσό από έναν Ρωσοεβραίο τραπεζίτη, ο οποίος το παρέδωσε αμέσως χωρίς τόκο ή απόδειξη. Αργότερα ο Ευλόγιος ένιωθε περήφανος για την εν λόγω αγορά και το Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου, το οποίο αποτέλεσε ένα από τα κύρια επιτεύγματα της ζωής του, αλλά και ταυτόχρονα μιας από τις σπουδαιότερες εκδηλώσεις της πίστης του Ευλόγιου στη βοήθεια του Θεού. Πολλά χρόνια αργότερα, μια παρόμοια πράξη πίστης, με τη μορφή ριψοκίνδυνης αγοράς, πραγματοποιήθηκε από τον π. Αλέξανδρο Σμέμαν, πρώην υποδιάκονο, θαυμαστή και ακόλουθο του Ευλόγιου, τότε καθηγητή στο φτωχικό Θεολογικό Σεμινάριο του Αγίου Βλαδιμήρου στη Νέα Υόρκη, μια σχολή, που εξαρτάτο πλήρως από την Επισκοπική Εκκλησία. Ο πατήρ Αλέξανδρος αγόρασε με πίστωση το ακίνητο της σχολής από ένα Ρωμαιοκαθολικό μοναστήρι, που βρισκόταν σε ένα από τα πιο ακριβά προάστια της Νέας Υόρκης, βρίσκοντας ως εκ θαύματος το απαραίτητο ποσό για την προκαταβολή. Αν λάβουμε υπόψη μας την ένδεια κατά την οποία το Σεμινάριο επιβίωνε, διότι απομυζούσε τους επισκοπικούς, η εν λόγω αγορά επρόκειτο για τρέλα ή θαύμα, επειδή δεν υφίσταντο κεφάλαια για την εξόφληση του χρέους. Αλλά και πάλι, χάρη στην πίστη ενός ατόμου γεννήθηκε μια ολόκληρη πανεπιστημιούπολη, στην οποία αναπτύχθηκε μια ανώτερη Ορθόδοξη θεολογική σχολή, που κατέστη λίκνο για την Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία στην Αμερική. Ασφαλώς, όλα τα παραπάνω είναι γνωστά, αλλά είναι καλό να τα ξαναθυμηθούμε τώρα, τη στιγμή που πάρθηκε η απόφαση της πώλησης της εν λόγω πανεπιστημιούπολης. Πριν γίνει αυτό, πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα του Ιησού, όπως ταιριάζει στις προαναφερθείσες ιστορίες – πόσα «κοφίνια θεολογίας» έχουμε συγκεντρώσει από τις εν λόγω θεολογικές σχολές; Δώδεκα, επτά; Θα μπορούσαμε να απαντήσουμε ότι θα ήταν ακόμη περισσότερα, αν οι αριθμοί δώδεκα και επτά δεν σήμαιναν πληρότητα σύμφωνα με τους αριθμητικούς συμβολισμούς της Αγίας Γραφής.
Η αλήθεια είναι ότι εγείρεται το εξής ερώτημα: Γιατί να μην απομακρύνουμε το Σεμινάριο από τους πειρασμούς και την παρακμή της Νέας Υόρκης και της Ανατολικής Ακτής με τις ετερόδοξες εκκλησίες και τον μετριοπαθή πλουραλισμό μεταφέροντάς το κάπου στο μέσον των ευαγγελικών φονταμενταλιστών; Ας θυμηθούμε ότι ο Μητροπολίτης Ευλόγιος, έχοντας απόλυτη επίγνωση του εξευτελισμού της εξορίας, καταλάβαινε ότι η Ορθόδοξη μαρτυρία αποκτά νέες δυνατότητες ακριβώς εν μέσω συνθηκών ελευθερίας, διαλόγου και πλουραλισμού. «Χάρη στις ατυχίες μας, τον ξενιτεμό μας, η Ρωσική Εκκλησία ευρισκόμενη σε επαφή με το ετερόδοξο στοιχείο, υποχρεώθηκε από την ίδια την πραγματικότητα να συναναστραφεί με το εν λόγω στοιχείο και κατ’ αυτόν τον τρόπο να ξεπεράσει τη νωθρότητα και την αποστασιοποίησή της».[7]
Γι’ αυτό και η απόφαση να δημιουργηθεί μια θεολογική σχολή ακριβώς στη πρωτεύουσα καθοδηγήθηκε όχι μόνο από πρακτικούς λόγους, που σχετίζονταν με το γεγονός ότι οι Ορθόδοξοι μετανάστες κατέφθαναν εκεί, αλλά ήταν και μια άμεση απάντηση στην παραβολή του Κυρίου μας να τοποθετηθεί ένα λυχνάρι σε ένα σημείο όπου μπορεί να φαίνεται. Το Crestwood κατέστη ένα τέτοιο ορατό σημείο, διότι βρίσκεται κοντά στη Νέα Υόρκη. Το Σεμινάριο έγινε τόπος συνάντησης για Χριστιανούς διαφόρων ομολογιών, οι οποίοι κατ’ αυτόν τον τρόπο είχαν την ευκαιρία να εξοικειωθούν με τις ορθόδοξες ακολουθίες και τη θεολογία εντοπίζοντας τα κοινά στοιχεία που μοιράζονται με την Ορθοδοξία.
Ακριβώς λόγω του ανοίγματός τους προς τον σύγχρονο πολιτισμό και την ποικιλομορφία του Χριστιανισμού, οι δυο σχολές, τόσο αυτή στο Παρίσι, όσο κι εκείνη πλησίον της Νέας Υόρκης, δέχθηκαν επιθέσεις από «παραδοσιακούς», ιδίως από τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία εκτός Ρωσίας, η οποία υπερασπίστηκε «την καθαρότητα της Ορθοδοξίας». Να όμως τι έχει να πει γι’ αυτό ο πατήρ Αλέξανδρος Σμέμαν, ο οποίος προερχόταν κι ο ίδιος από το εν λόγω περιβάλλον και το γνώριζε από κοντά: «Η καθαρότητα της Ορθοδοξίας γι’ αυτούς αποτελεί μια ‘ορθόδοξη ρουτίνα’ δίχως στοχασμό, δίχως προβλήματα. Αντίθετα, τα προβλήματα τους απωθούν, κι αυτοί τελικά τα αρνούνται […] ενώ η κρίση του Χριστιανισμού συνίσταται ακριβώς στην κατάρρευση της εν λόγω ρουτίνας, στην οποία ο Χριστιανισμός έχει δεσμευθεί και υποταχθεί, σκιαγραφημένος με χριστιανικές αποχρώσεις».[8] Για τον Σμέμαν η λεγόμενη «παραδοσιαρχία» του Χριστιανισμού σήμαινε απλώς την κρίση του: «Και πρέπει να αναγνωρίσουμε», επισημαίνει, «ως πρώτο σύμπτωμα της κρίσης, μια βαθιά σχιζοφρένεια, η οποία έχει εισχωρήσει σταδιακά στην Ορθόδοξη νοοτροπία: η ζωή σε έναν εξωπραγματικό, ανύπαρκτο κόσμο, θεωρείται ακράδαντα ως πραγματική και υπαρκτή. Η Ορθόδοξη συνείδηση δεν αντιλήφθηκε την πτώση του Βυζαντίου, τις μεταρρυθμίσεις του Μεγάλου Πέτρου, τη Ρωσική Επανάσταση, δεν έδωσε σημασία στην επανάσταση του πνεύματος, της επιστήμης, του τρόπου ζωής, των διαφορετικών μορφών ζωής […] με λίγα λόγια δεν πρόσεξε την ιστορία. Η εν λόγω άρνηση της σημασίας της ιστορικής διαδικασίας δεν εξυπηρετούσε την υπόθεση της Ορθοδοξίας. Αντί λοιπόν η Ορθοδοξία να κατανοήσει την αλλαγή, και επομένως να την αντιμετωπίσει, βρέθηκε να συνθλίβεται απ’ αυτήν. Ουσιαστικά ορίζεται, διαμορφώνεται και καταπιέζεται ακριβώς από εκείνες τις «αλλαγές», των οποίων την ύπαρξή αρνείται». Κατά την άποψη του Σμέμαν, η εν λόγω στάση γεννάει τον φόβο ενόψει νέων θεολογικών ιδεών, καθώς και την πανικόβλητη προσκόλληση στους «Πατέρες» και στο «Βυζάντιο». «Είμαστε απορροφημένοι σε πολλές δικαιοδοσίες, που όλες τους επιδεικνύουν διάφορους κανόνες. Προσπαθούμε να κατακτήσουμε τη Δύση με ό,τι πιο αδύναμο και διφορούμενο υπάρχει στην κληρονομιά μας. Αυτή η αλαζονεία, η αυτοϊκανοποίηση και η πομπώδης θριαμβολογία είναι τρομακτικές. Ίσως το πιο τρομακτικό είναι το γεγονός ότι ελάχιστοι άνθρωποι αντιλαμβάνονται, αισθάνονται και γνωρίζουν αυτήν την κατάσταση,» καθώς και ότι πολλοί δεν πιστεύουν ότι ο Χριστός και το Άγιο Πνεύμα, που κατοικούν στην Εκκλησία, είναι πρόσωπα ελεύθερα από οποιοδήποτε φόβο.[9]
Φαίνεται ότι ο εν λόγω φόβος της ιστορίας είναι που οδήγησε στην απόφαση της πώλησης της πανεπιστημιούπολης και της μεταφοράς της σε άλλη τοποθεσία, που είναι «ασφαλέστερη» και «καλύτερη». Η εν λόγω απόφαση όμως είναι στην πραγματικότητα μια φυγή από την ελευθερία και την ευθύνη. Ο πατήρ Αλέξανδρος διείδε τον εν λόγω κίνδυνο, όχι μεταξύ των γεννημένων Ορθοδόξων, αλλά μεταξύ των Αμερικανών που μεταστρέφονται στην Ορθοδοξία από τις ομολογίες που ανήκαν ή την αθεΐα: «Στην Αμερική, στη ‘διασπορά’, η Ορθοδοξία για πρώτη φορά μετά από πολλούς αιώνες, απέκτησε ελευθερία. Ελευθερία από αυτοκρατορίες, από κυβερνητική κυριαρχία, από ένα αγροτικό περιβάλλον και μια εθνική γκετοποίηση κ.ο.κ. Και μετά, αφού γεύτηκε αυτή την ελευθερία, αυθόρμητα επέστρεψε στο γκέτο εκ νέου, προτιμώντας να ζει όπως ζούσε υπό τον τουρκικό ζυγό, υπό τις μεταρρυθμίσεις του Πέτρου, υποταγμένη σε κάθε είδους σκλαβιά. Κλείστε όλες τις πόρτες και τα παράθυρα! Έχει ρεύμα! Και τις κλείνουν σιγά-σιγά, ενώ νέοι Αμερικανοί σπεύδουν με χαρά στο εν λόγω γκέτο, στον σκοταδισμό, στη συζήτηση περί κανόνων και αμφίων, εκεί όπου μπορεί κανείς να αγοράσει πραγματικό αγιορείτικο λιβάνι».[10] Αλλοίμονο, η απόφαση της μετακόμισης του Θεολογικού Σεμιναρίου του Αγίου Βλαδίμηρου, του πνευματικού παιδιού του π. Αλέξανδρου Σμέμαν, από την αρχική του τοποθεσία, οδηγεί στην υποβάθμιση της κληρονομιάς του και τον διασκορπισμό του στους τέσσερις ανέμους, θυμίζει φυγή από την ιστορία.
[1] «Η πρώτη ορθόδοξη ενορία στις Ηνωμένες Πολιτείες ιδρύθηκε το 1864 στη Νέα Ορλεάνη της Λουιζιάνα από Έλληνες εμπόρες». Thomas E. Fitzgerald, κεφ. 3, “Early Parish Developments”, στο The Orthodox Church in America, Praeger, Connecticut, Λονδίνο.
[2] Οι καθηγητές του Σεμιναρίου του Αγίου Βλαδίμηρου ανέπτυξαν και υλοποίησαν το σχέδιο μιας Αμερικανικής Τοπικής Εκκλησίας. Βλ. Alexander Bogolepov, Toward an American Orthodox Church: The Establishment of an Autocephalous Orthodox Church, Crestwood NY: SVS Press, 1963; 2001, 2nd ed.
[3] Alexander Schmemann, “Meaningful Storm: Some Reflections on Autocephaly, Tradition, and Ecclesiology” [Σημαντική καταιγίδα: Ορισμένες σκέψεις για την Αυτοκεφαλία, την Παράδοση και την Εκκλησιολογία] St. Vladimir’s Theological Quarterly, 15:1 (1971) 3-27.
[4] Βλ. την ομιλία του προέδρου π. Chad Hatfield κατά την έναρξη του τρέχοντος ακαδημαϊκού έτους.
[5] Μητροπολίτης Ευλόγιος (Γκεοργκίεφσκι), My Life’s Journey [Το Ταξίδι της Ζωής μου], trnsl. A. Lisenko, (Yonkers NY: St. Vladimir’s Seminary Press, 2014), μέρος 1, σ. 10.
[6] Στο ίδιο, μέρος 2, σ. 513.
[7] Στο ίδιο, 651.
[8] The Journals of Father Alexander Schmemann [Τα Ημερολογία του Πατρός Αλέξανδρου Σμέμαν],Crestwood NY: SVS Press, p. 23.
[9] Σ. 28.
[10] Πρωτοπρεσβύτερος Αλέξανδρος Σμέμαν, Dnevniki, 1973-1983, (Moscow: Ruskii Put), σ. 550.
Ο π. Μιχαήλ Α. Μέγιερσον, εφημέριος του Ι.Ν. του Σωτήρος Χριστού στη Νέα Υόρκη, της OCA, είναι απόφοιτος του Θεολογικού Σεμιναρίου του Αγίου Βλαδίμηρου, διδάκτωρ θεολογίας του Πανεπιστημίου Fordham, συγγραφέας πολλών βιβλίων στα αγγλικά και στα ρωσικά, καθώς και πολλών άρθρων. Το κυριότερο θεολογικό του έργο είναι το The Trinity of Love in Modern Russian Theology [Η Τριάδα της Αγάπης στη Νεώτερη Ρωσική Θεολογία], 1998.