Από τον π. Nicholas Denysenko

Στις 9 Ιουλίου 2022, ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος, ο προκαθήμενος της Ελληνορθόδοξης Αρχιεπισκοπής Αμερικής, βάφτισε τα παιδιά του διάσημου σχεδιαστή μόδας Peter Dundas και του Ευάγγελου Μπούση σε μια εκκλησία κοντά στην Αθήνα. Οι αντιδράσεις στην είδηση της βάπτισης των παιδιών ενός ομόφυλου ζευγαριού ήταν αναμενόμενες. Όπως έχει αναφερθεί, η Ιερά Σύνοδος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδας ετοιμάζει επιστολή διαμαρτυρίας προς τον Αρχιεπίσκοπο Ελπιδοφόρο και τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίο, καθώς η Εκκλησία της Ελλάδας δεν αναγνωρίζει τις ενώσεις ομόφυλων ζευγαριών.
Η βάπτιση των εν λόγω παιδιών εγείρει ερωτήματα για τους ορθόδοξους χριστιανούς. Η βάπτιση των παιδιών ενός ομόφυλου ζευγαριού συνεπάγεται την έγκριση ή την ανοχή των ορθόδοξων χριστιανών στις ενώσεις ομοφυλοφίλων; Ποιες προϋποθέσεις πρέπει να πληρούν οι γονείς πριν αιτηθούν τη βάπτιση ενός παιδιού; Πρέπει κανείς να είναι εντελώς απαλλαγμένος από την αμαρτία προτού αφιερωθεί στη χριστιανική ζωή, η οποία αρχίζει με το βάπτισμα; Το νόημα του βαπτίσματος πρέπει να εξεταστεί ούτως ώστε να δοθεί απάντηση σ’ αυτά τα σημαντικά ερωτήματα.
Η ηθική αυστηρότητα στην παράδοση της Εκκλησίας
Οι χριστιανοί της αποστολικής και της ύστερης αρχαιότητας έθεσαν σίγουρα υψηλά τον πήχη της ηθικής όσον αφορά τη συμμετοχή στη ζωή της Εκκλησίας. Ο Άγιος Παύλος δίνει εντολή στους χριστιανούς της Κορίνθου να απομακρυνθεί από την κοινότητα ένας άνδρας που διέπραξε αιμομιξία (Α΄ Κορ. 5:2). Προτρέπει τους Κορίνθιους να μη συναναστρέφονται με τους «ανήθικους» στην εκκλησιαστική κοινότητα – συμπεριλαμβανομένων των ειδωλολατρών, των συκοφαντών, των ληστών και των πλεονεκτών (Α΄ Κορ. 5:11). Οι χριστιανοί έπρεπε να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της αμαρτίας εντός της κοινότητας, διότι σκοπός ήταν η σωτηρία – ο ένοχος για αιμομιξία απομακρύνθηκε, ούτως ώστε το πνεύμα του να σωθεί την «ημέρα του Κυρίου» (Α΄ Κορ. 5:5).
Η απομάκρυνση του αμαρτωλού απ’ την κοινότητα, όπως την προτείνει ο Άγιος Παύλος αντιπροσωπεύει τη πρώιμη χριστιανική νοοτροπία μιας αυστηρής κατανόησης της κοινότητας για τους εντός και τους εκτός. Το χριστιανικό κείμενο του πρώτου αιώνα, γνωστό ως Διδαχή, το οποίο αποτελεί εγχειρίδιο για την τήρηση της τάξης στην ζωή της Εκκλησίας της Συρίας, απαγορεύει στους αβάπτιστους να συμμετέχουν στην τέλεση της Θείας Ευχαριστίας. Το σχόλιο του Αγ. Ιουστίνου του Μάρτυρα σχετικά με το Βάπτισμα και τη Θεία Ευχαριστία τον 2ο αιώνα υποδηλώνει ότι ένα μέλος της κοινότητας πρέπει να συμφωνεί με τις διδασκαλίες της για συμμετάσχει στη Θεία Κοινωνία.
Η αμαρτία μετά το βάπτισμα δεν αντιφάσκει στην αντίληψη της αποστολικής Εκκλησίας για το νόημα του Βαπτίσματος. Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ήταν ίσως το πιο διάσημο πρόσωπο που καθυστέρησε να βαπτιστεί έως ότου φτάσει κοντά στο θάνατο, με σκοπό να διασφαλίσει ότι δεν θα αμαρτήσει μετά το βάπτισμα. Η Εκκλησία ανταποκρίθηκε στις περιπτώσεις μεταβαπτισματικής αμαρτίας συγκροτώντας μια διαδικασία μετάνοιας και συμφιλίωσης με την χριστιανική κοινότητα. Οι αμαρτωλοί που είχαν απομακρυνθεί από την κοινότητα μπορούσαν να επιστρέψουν σε πλήρη κοινωνία μαζί της μέσω της εξομολόγησης και της επίθεσης των χειρών- μια τελετή που ουσιαστικά αποκαθιστούσε τον μετανοούντα στη ζωή εν Πνεύματι, η οποία του είχε αρχικά δοθεί από τον Θεό διά του Βαπτίσματος. Η δημιουργία μιας ακολουθίας, που εμπεριείχε τη μετάνοια, την εξομολόγηση και τη συμφιλίωση δεν μετέβαλε την νοοτροπία της εκκλησιαστικής κοινότητας, η οποία θεωρούσε ότι το Βάπτισμα αποτελεί δέσμευση σε μια ζωή δίχως αμαρτίες.
Βάπτισμα και Χρίσμα: Απόταξη του Σατανά και του Κακού, Αφιέρωση στον Χριστό
Το Βάπτισμα και το Χρίσμα όπως τελούνται στην Ορθόδοξη Εκκλησία αποκαλύπτουν ένα σχέδιο για τη χριστιανική ζωή. Το μυστήριο ξεκινά με μια σειρά δραματικών εξορκισμών, κατά τους οποίους ο υποψήφιος για βάπτισμα αποτάσσεται τον Σατανά, μια πράξη που ουσιαστικά σημαίνει ότι σταματά κάθε σχέση με το κακό, τους δαίμονες και όλες τις κακές πράξεις. Δύο τελετουργικά στοιχεία ξεχωρίζουν κατά τη διάρκεια της Βάπτισης. Πρώτον, ο υποψήφιος κοιτάζει προς τη Δύση καθώς αποκηρύσσει τον Σατανά- εν συνεχεία στρέφεται, κοιτάζει προς την ανατολή και υποκλίνεται ενώπιον του Χριστού. Η εν λόγω τελετουργική πράξη υποδεικνύει τον τερματισμό της σχέσης με τον πονηρό και το κακό, καθώς και την έναρξη μιας νέας σχέσης, με τον Θεό, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα εν Χριστώ.
Η πραγματική μύηση στη ζωή με τον Θεό εν Χριστώ λαμβάνει χώρα στο νερό. Το νερό αποτελεί τον χώρο του καθαρισμού- ο Θεός εξαλείφει την αμαρτία και το κακό από τον βαπτιζόμενο- και ο ίδιος ο Χριστός εισέρχεται στα ύδατα, χαρίζοντας στον βαπτιζόμενο μια νέα ζωή με τον Θεό εν Χριστώ. Οι τελετές λοιπόν, φαίνεται να επιβεβαιώνουν την παύλεια μαρτυρία καθώς και τη στάση του αποστολικού και ύστερου χριστιανισμού. Η αφιέρωση στον Ιησού Χριστό μέσω του Βαπτίσματος περιλαμβάνει την απόρριψη οποιασδήποτε σχέσης με το κακό, τους κακούς ανθρώπους και την τέλεση κακών πράξεων.
Βάπτιση: Στιγμή Αγιασμού και Διαδικασία
Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί επιβεβαιώνουν ότι όντως ο Θεός καθαρίζει τους Βαπτιζόμενους και τους χαρίζει μια νέα εν Χριστώ ζωή. Εάν οι βαπτισμένοι Χριστιανοί έχουν δεσμευτεί να σταματήσουν κάθε σχέση με το κακό γιατί εξακολουθούν να αμαρτάνουν; Μήπως αυτό σημαίνει ότι ο Θεός δεν ενήργησε;
Η ζωή μετά τη βάπτιση είναι μια δέσμευση να πορευόμαστε εν Χριστώ, να γίνουμε πολίτες της βασιλείας του Θεού. Η λέξη-κλειδί εδώ είναι η φράση «να γίνουμε». Η χριστιανική ζωή αποτελεί μια διαδικασία από το Βάπτισμα έως τον θάνατο. Ποτέ δεν φτάνει στην τελείωσή της. Η μεταμόρφωση δεν είναι άμεση- δεν γίνεται σε μια στιγμή αφιέρωσης ούτε με μαγικό τρόπο. Τα μέλη της κοινότητας είναι πάντα αμαρτωλοί, οι οποίοι αγωνίζονται και πασχίζουν να γίνουν παιδιά του Θεού.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία όχι μόνο έχει παραδεχτεί την πραγματικότητα της μεταβαπτισματικής αμαρτίας- την έχει επίσης κανονικοποιήσει. Η μετάνοια, η εξομολόγηση και η συμφιλίωση διαφέρουν από το Βάπτισμα και το Χρίσμα λόγω της επανάληψης του μυστηρίου. Ένας Χριστιανός μπορεί να εξομολογείται τις αμαρτίες του και να μετανοεί κάθε μέρα- δεν υφίσταται ανώτατο όριο «μέγιστων προσπαθειών» μετάνοιας μετά το οποίο κάποιος να μη μπορεί να λάβει τη συγχώρεση του Θεού, λες και η αμαρτία είναι παρόμοια με τον αριθμό των προσπαθειών που έχει κάποιος για να εισάγει σωστά τον κωδικό πρόσβασής του. Ο Χριστός δίδαξε τους μαθητές του να συγχωρούν έως «εβδομήντα φορές εφτά»- μια αποκάλυψη του ανεξάντλητου αποθέματος συγχώρεσης του Θεού για τους αμαρτωλούς.
Το Νόημα του Βαπτίσματος: Η επιθυμία να γίνουμε παιδιά του Θεού
Η επιθυμία να εισέλθουμε σε κοινωνία με τον Θεό- να είμαστε με τον Θεό στην καθημερινή μας ζωή- αποτελεί το νόημα του Βαπτίσματος. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για τον Θεό- Αυτός ξεκινάει κάθε συνάντηση με τους αμαρτωλούς. Η έναρξη μιας διαθηκικής σχέσης με τον Θεό απαιτεί την ανθρώπινη ανταπόκριση στη θεϊκή πρωτοβουλία. Η απάντηση του Ιησού στην ερώτηση του Νικόδημου αποκαλύπτει την αγάπη του Θεού για τον κόσμο ως την εναρκτήρια πράξη που φέρνει την ανθρωπότητα κοντά Του, ούτως ώστε οι άνθρωποι να μπορούν να «γεννηθούν ξανά», «από το νερό και από το πνεύμα» (Ιω. 3:3-17). Ο Θεός προσεγγίζει συνεχώς την ανθρωπότητα- την κοινότητα των αμαρτωλών- για να δημιουργήσει μια αιώνια σχέση μαζί της. Η δράση του Θεού στο βάπτισμα και η σχέση, η οποία δημιουργείται δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση ούτε υπάρχει οποιαδήποτε αμφιβολία γι’ αυτήν.
Το θέμα, λοιπόν, έγκειται στην κοινότητα των αμαρτωλών, των ανθρώπων που πασχίζουν συνεχώς να γίνουν παιδιά του Θεού. Στο 8 κεφάλαιο των Πράξεων ένας άγγελος στέλνει τον απόστολο Φίλιππο στον Αιθίοπα ευνούχο, ο οποίος καθόταν στο άρμα του και διάβαζε τον προφήτη Ησαΐα. Μετά από μια σύντομη συνάντηση, ο ευνούχος ζητά από τον απόστολο να βαπτιστεί- και ο απόστολος Φίλιππος ικανοποιεί το αίτημά του. Το εν λόγω επεισόδιο έλαβε χώρα «στο δρόμο», όταν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του ο ευνούχος είδε νερό και ζήτησε να βαπτιστεί. Ο Φίλιππος δέχτηκε το αίτημά και ο άγιος Λουκάς αναφέρει ότι ο ευνούχος συνέχισε το ταξίδι του γεμάτος χαρά. Δεν πληροφορούμαστε τίποτα περισσότερο για τη ζωή του ευνούχου και για το αν αμάρτησε ή όχι, πριν ή μετά το βάπτισμα. Γνωρίζουμε μόνο ότι ο απόστολος είπε «ναι» όταν ο ευνούχος ζήτησε να βαπτιστεί. Η επιθυμία σχέσης με τον Θεό είναι αμφίδρομη- ο Θεός θέλει να συγκροτήσει μια κοινότητα που αποτελείται από αμαρτωλούς και η σχέση αρχίζει όταν οι αμαρτωλοί ζητούν να βαπτιστούν.
Η Βάπτιση στην Αθήνα: Ένα αποστολικό «Ναι»
Η ανθρώπινη λαχτάρα για τον Θεό, όπως περιγράφεται παραπάνω προϋποθέτει ότι ένα άτομο θα ζητήσει να βαπτιστεί από μόνο του, όπως ο Αιθίοπας ευνούχος στο 8ο κεφάλαιο των Πράξεων. Μόλις ο νηπιοβαπτισμός καθιερώθηκε στον Χριστιανισμό, οι γονείς αιτούντο τη βάπτιση για λογαριασμό των παιδιών. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης εστίασαν στους γονείς στην βάπτιση των Αθηνών, ωστόσο τα παιδιά είναι αυτά που βαπτίστηκαν. Η χριστιανική παράδοση τονίζει την εικόνα του Θεού, η οποία προσεγγίζει τους πάντες και τους φέρνει κοντά στον ίδιο τον Θεό, υπενθυμίζοντας ότι η απάντηση του Ιησού στον Νικόδημο καταλήγει με τη δήλωσή Του ότι ο Θεός τον έστειλε στον κόσμο για να σωθεί ο κόσμος δι’ Αυτού.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας, οι γονείς προσέφεραν τα παιδιά τους για να βαπτιστούν. Όλοι αυτοί οι γονείς ήταν και είναι αμαρτωλοί. Ασφαλώς οι ορθόδοξοι γονείς που τηρούσαν τους κανόνες της Εκκλησίας ζητούσαν να βαπτιστούν τα παιδιά τους. Άλλοι επίσης, που ζούσαν κατά παράβαση των κανόνων της Ορθόδοξης εκκλησίας έφερναν τα παιδιά τους για να βαπτιστούν. Οι τελευταίοι μπορεί να ήταν κλέφτες, ψεύτες, κακοποιοί, μοχθηροί δικτάτορες, συκοφάντες, γαστρίμαργοι και δολοφόνοι, καθώς και άνθρωποι που διέπραξαν αμαρτίες ενάντια στην ορθόδοξη ηθική. Επιπλέον, όλοι αυτοί έχουν διαφορετικά κίνητρα. Ορισμένοι θέλουν τα παιδιά τους να βαπτιστούν για να μεγαλώσουν σε μια χριστιανική κοινότητα- άλλοι το κάνουν για να ευχαριστήσουν τους γονείς, να εξασφαλίσουν τη σωτηρία και να εκπληρώσουν πολιτιστικές προσδοκίες. Σε κάθε περίπτωση, τα παιδιά που παρουσιάζονται για βάπτιση συναντούν ένα Θεό που τους προσφέρει την κοινωνία με την Αγία Τριάδα.
Η κατακραυγή για την απόφαση να βαπτιστούν τα εν λόγω παιδιά δείχνει το πνεύμα της εποχής μας. Σε επίσημο επίπεδο, πολλές Ορθόδοξες εκκλησίες ανά τον κόσμο έχουν λάβει θέση στους πολιτιστικούς πολέμους που αφορούν την ανθρώπινη σεξουαλική ταυτότητα. Η ορθόδοξη απόρριψη της έλξης μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου, των σχέσεων και του γάμου κατηγοριοποιεί τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα ως έναν ιδιαίτερο τύπο αμαρτωλών, ο οποίος δικαιολογεί την απομάκρυνσή τους από την κοινότητα. Η επίσημη διδασκαλία της Εκκλησίας για την ομοφυλοφιλία δεν βρίσκει σύμφωνους τους πάντες εντός της Εκκλησίας. Πολλοί θεολόγοι πιστεύουν ότι το ζήτημα είναι άλυτο και απαιτεί πολύ περισσότερη μελέτη, διαβουλεύσεις με την επιστημονική κοινότητα, προσευχή και προβληματισμό, ακόμη κι αν οι σύνοδοι προσπαθούν να αποσιωπήσουν τη δημόσια θεολογική συζήτηση για το θέμα. Το ομοφοβικό πνεύμα κάποιων Ορθοδόξων, οι οποίοι έχουν μια δυϊστική αντίληψη για τον κόσμο (π.χ., άγιοι ή αμαρτωλοί) αποσπά την προσοχή από το πραγματικό ποιμαντικό ζήτημα που υπάρχει- τη σχέση μεταξύ του Θεού και των παιδιών του εν λόγω ζευγαριού, καθώς και οποιοδήποτε άλλου ζευγαριού ή ενός γονέα.
Μόνο ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος γνωρίζει τα κίνητρά του για την ικανοποίηση του εν λόγω αιτήματος, οπότε τα συμπεράσματά μου αποτελούν μια εικασία. Πρώτον, φαίνεται ότι ακολούθησε την καθιερωμένη παράδοση- αυτή που επιτρέπει το Βάπτισμα στα παιδιά με πλήρη επίγνωση ότι οι γονείς τους είναι αμαρτωλοί. Δεύτερον, η απόφαση να βαπτιστούν τα παιδιά είναι σύμφωνη με το κείμενο του Οικουμενικού Πατριαρχείου Υπέρ της του κόσμου ζωής: Το Κοινωνικό ήθος της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Το παραπάνω κείμενο υπογραμμίζει ότι η εικόνα του Θεού είναι πλήρως παρούσα ακόμη και στα βρέφη και ότι τα παιδιά είναι αθώα (§16). Η αθωότητα των παιδιών συνιστά μια πραγματικότητα «εξαιρετικής ιερότητας» (§16). Η διδασκαλία επιβεβαιώνει επίσης το θεμελιώδες δικαίωμα των ανθρώπων όλων των σεξουαλικών προσανατολισμών να είναι απαλλαγμένοι από διακρίσεις και νομικά κωλύμματα (§19). Αυτό πρόκειται για ένα σημαντικό σημείο, διότι απορρίπτει το ομοφοβικό πνεύμα, που πλήττει ορισμένους ορθόδοξους. Ωστόσο, το κείμενο επισημαίνει ότι η ανθρώπινη ταυτότητα δεν συνδέεται κατά κύριο λόγο με τη σεξουαλικότητα του ανθρώπου αλλά με το κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του Θεού μέσα μας (§19).
Ο τυπικός ποιμένας, ο οποίος είναι και αυτός αμαρτωλός, συναντά πάρα πολλούς αμαρτωλούς που θέλουν να βαπτιστούν οι ίδιοι, καθώς και τα παιδιά τους. Κάθε απόφαση για την τέλεση του Βαπτίσματος βασίζεται σε δύο θεμελιώδεις χριστιανικές αλήθειες. Πρώτον, ο Θεός προσεγγίζει κάθε άνθρωπο για να τον φέρει σε κοινωνία με τον Θεό, λόγω της αγάπης Του. Δεύτερον, ο σεβασμός για το κατ’ εικόνα και το καθ’ ομοίωση του Θεού, που δόθηκε εξίσου σε όλους τους ανθρώπους, υπερισχύει των ατελειών και των αμαρτιών κάθε οικογένειας.
Μου φαίνεται ότι ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος αναγνώρισε την επιθυμία των γονέων να βαπτίσουν το παιδί τους ως την έναρξη μιας αιώνιας διαθήκης με τον Θεό. Επίσης, εάν πράγματι πιστέψουμε όσα είπε, δεν δέχτηκε να εμποδίσει σε ένα αθώο παιδί τη δυνατότητα πρόσβασης στην αγάπη του Θεού μέσω του Βαπτίσματος. Ο ποιμένας που θα αρνιόταν την πρόσβαση οποιουδήποτε παιδιού στην ευλογία του Θεού θα πρέπει να λογοδοτήσει για την απόφασή του ενώπιον του ίδιου του Θεού, ο οποίος προσεγγίζει συνεχώς εμάς τους αμαρτωλούς για να μας εντάξει στο ποίμνιό του.
Ο π. Nicholas Denysenko είναι καθηγητής Θεολογίας στην έδρα «Εμίλ και Ελφρίντε Γιόχουμ» του Πανεπιστημίου Βαλπαραΐσο.
To ιστολόγιο Δημόσια Ορθοδοξία (Public Orthodoxy) επιδιώκει να προωθήσει συζήτηση και συνδιάλεξη, παρέχοντας ένα φόρουμ για διαφορετικές απόψεις σε σχέση με σύγχρονα ζητήματα που αφορούν τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό. Οι απόψεις που εκφράζονται σ’ αυτό το άρθρο είναι αποκλειστικά του συγγραφέως και δεν αντιπροσωπεύουν τις απόψεις των εκδοτών,των μεταφραστών, ή του Κέντρου Ορθοδόξων Χριστιανικών Σπουδών.