
Το 2022 η Ρωσική Ομοσπονδία εξαπέλυσε ολομέτωπη στρατιωτική επίθεση εναντίον της Ουκρανίας. Ήδη, σ’ αυτόν τον φοβερό πόλεμο, υπάρχουν χιλιάδες θύματα, όχι μόνο στρατιωτικοί, αλλά και άμαχοι πολίτες.
Ήδη απ’ την έναρξη του πολέμου η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία τάχθηκε στο πλευρό του ουκρανικού λαού. Στις 24 Φεβρουαρίου, την πρώτη μέρα δηλαδή της επίθεσης, ο Προκαθήμενος της Εκκλησίας μας, ο Μακαριώτατος Μητροπολίτης Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Ονούφριος, καταδίκασε τη στρατιωτική επίθεση της Ρωσίας και ζήτησε τον άμεσο τερματισμό των εχθροπραξιών. Δυστυχώς, η ρωσική ηγεσία δεν έλαβε υπόψη της αυτή την έκκληση. Από τις πρώτες ημέρες του πολέμου, η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία οργάνωσε σημαντική βοήθεια προς τους πρόσφυγες, τους εκτοπισμένους και τους στρατιωτικούς. Ιερείς και λαϊκοί της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας ένιωσαν βαθιά αποστροφή από τη στάση και τα κηρύγματα του Πατριάρχη Μόσχας Κυρίλλου κατά τη διάρκεια της φριχτής στρατιωτικής εισβολής στην Ουκρανία.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία σε Σύνοδο που έλαβε χώρα στο Κίεβο στις 27 Μαΐου 2022 εξέφρασε τη διαφωνία της με τον Πατριάρχη Κύριλλο και αφαίρεσε από το καταστατικό της όλες τις διατάξεις, οι οποίες αφορούν την κανονική υπαγωγή της στο Πατριαρχείο Μόσχας. Συνεπώς, από τις 27 Μαΐου 2022, η Εκκλησία μας είναι ανεξάρτητη.
Είναι λυπηρό, αλλά πρέπει να παραδεχτούμε ειλικρινώς ότι υπήρξαν περιπτώσεις συνεργασίας μεταξύ κληρικών της εκκλησίας μας και των ρωσικών στρατευμάτων στις κατεχόμενες περιοχές. Αναμφίβολα, όλες αυτές οι περιπτώσεις πρέπει να διερευνηθούν διεξοδικά και αμερόληπτα και οι δράστες πρέπει να λάβουν τη τιμωρία που τους αξίζει σύμφωνα με την ουκρανική νομοθεσία και όλους τους διαδικαστικούς κανονισμούς.
Τις τελευταίες ημέρες, η προσοχή της ουκρανικής κοινωνίας, καθώς και σύνολης της παγκόσμιας Ορθοδοξίας είναι στραμμένη σε όσα συμβαίνουν στη Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου. Κάθε μέρα παρατηρείται όλο και περισσότερη ένταση γύρω από αυτό το αρχαίο μοναστήρι. Γράφω αυτές τις γραμμές στις 30 Μαρτίου, αλλά η κατάσταση μεταβάλλεται με γοργούς ρυθμούς, ώστε όσα λέω σήμερα μπορεί να μην ισχύουν αύριο. Παρ’ όλα αυτά, θα προσπαθήσω να καταγράψω την παρούσα κατάσταση.
Πρωτίστως, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι η Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου δεν είναι απλώς ένα μοναστήρι. Πρόκειται για ένα τεράστιο αρχιτεκτονικό συγκρότημα στο έδαφος του οποίου βρίσκονται η μονή, η κατοικία των μητροπολιτών του Κιέβου, τα γραφεία της Μητρόπολης Κιέβου της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, τα συνοδικά τμήματα της εκκλησίας μας και, τέλος, η Θεολογική Ακαδημία του Κιέβου. Επομένως, όταν αναφερόμαστε στα προβλήματα της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, πρέπει να διακρίνουμε σαφώς μεταξύ πολλών διαφορετικών ζητημάτων. Ειδικότερα, η κατάσταση της Θεολογικής Ακαδημίας του Κιέβου, στην οποία υπηρετώ ως πρύτανης, αποτελεί μια ειδική περίπτωση.

Η σημερινή σύγκρουση στη Λαύρα των Σπηλαιών είναι το αποτέλεσμα μιας μακράς σειράς γεγονότων που εκτυλίχθηκαν μετά την έναρξη της ρωσικής στρατιωτικής επίθεσης εναντίον της Ουκρανίας. Δεδομένου ότι η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν αυτοδιοικούμενη με ευρεία δικαιώματα αυτονομίας παραχωρημένα από το Πατριαρχείο Μόσχας· είναι κατανοητό ότι όταν ξεκίνησε ο πόλεμος κατηγορηθήκαμε ενεργά για διοικητική εξάρτηση από την επιτιθέμενη χώρα. Στην πραγματικότητα όμως, η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία διέκοψε την υπαγωγή της στο Πατριαρχείο Μόσχας λίγο μετά την έναρξη του πολέμου. Στη Σύνοδο της 27ης Μαΐου 2022, η εκκλησία μας κήρυξε τον πλήρη διαχωρισμό της από το Πατριαρχείο Μόσχας. Ωστόσο, το φθινόπωρο του 2022, οι κυβερνητικές υπηρεσίες της Ουκρανίας, θεωρώντας ότι συνεχίζουμε να υπαγόμαστε στο Πατριαρχείο Μόσχας, ξεκίνησαν μια διαδικασία με σκοπό να μας στερήσουν από τη θρησκευτικές μας ελευθερίες. Η σύγκρουση για τη Λαύρα των Σπηλαίων αποτέλεσε ουσιαστικό μέρος της εν λόγω εκστρατείας.
Αναφορικά με τη Θεολογική Ακαδημία του Κιέβου, αυτή δεν στεγαζόταν στη Λαύρα των Σπηλαίων, αλλά στη Μονή Μπράτσκι του Κιέβου. Ωστόσο, μετά την επικράτηση των Σοβιετικών στο Κίεβο τη δεκαετία του 1920, η Ακαδημία και η Μονή Μπράτσκι τερμάτισαν τη λειτουργία τους. Το 1989, όταν προέκυψε η ευκαιρία για την αναβίωση της ιερατικής σχολής στο Κίεβο (και της Ακαδημίας αργότερα) –στο πλαίσιο της εξασθένησης της σοβιετικής αθεϊστικής πολιτικής– το ίδρυμα δεν μπόρεσε να λάβει εκ νέου τις εγκαταστάσεις του. Η σοβιετική κυβέρνηση δεν σκόπευε να επιστρέψει τα εν λόγω κτήρια στην Εκκλησία. Ως εκ τούτου, από το 1989 οι Θεολογικές Σχολές του Κιέβου στεγάζονταν τη Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου. Το 1990 παραχωρήθηκαν στην ιερατική σχολή οι σημερινές τις εγκαταστάσεις: τα κτήρια 63 και 64, τα οποία βρίσκονταν σε ακατάλληλη κατάσταση. Στα αρχεία της Ακαδημίας υπάρχουν κάποιες φωτογραφίες από το 1990, εκεί φαίνονται καθαρά οι ραγισμένοι τοίχοι και τα σάπια δάπεδα.
Τα εν λόγω κτήρια επιδιορθώθηκαν με χρηματοδότηση της Εκκλησίας και προσαρμόστηκαν στις εκπαιδευτικές ανάγκες της σχολής. Αργότερα δύο ακόμη κτήρια (τα κτήρια 55 και 60) παραχωρήθηκαν στην Ακαδημία και υποβλήθηκαν σε σημαντικές επισκευές. Εκεί στεγάζονταν οι φοιτητικοί κοιτώνες.
Σήμερα, η Θεολογική Ακαδημία του Κιέβου αποτελεί το κορυφαίο εκπαιδευτικό ίδρυμα της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, στο οποίο φοιτούν υποψήφιοι για την ιεροσύνη και για τη στελέχωση του προσωπικού των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων. Πάνω από 250 φοιτητές είναι εγγεγραμμένοι σε προγράμματα πλήρους φοίτησης, προπτυχιακό, μεταπτυχιακό και διδακτορικό. Περισσότεροι από 500 φοιτητές σπουδάζουν δι’ αλληλογραφίας. Οι φοιτητές πλήρους φοίτησης διαμένουν στους κοιτώνες της Λαύρας, ενώ η διαμονή και τα γεύματα είναι δωρεάν για όλους τους φοιτητές πλήρους φοίτησης.
Η Ακαδημία διαθέτει βιβλιοθήκη, μουσείο με διάφορα συναρπαστικά εκθέματα, γυμναστήριο, εργαστήριο πληροφορικής και ιατρική μονάδα. Επομένως, αποτελεί ένα πλήρες εκπαιδευτικό συγκρότημα! Επιπλέον η Ακαδημία στεγάζεται στον χώρο της Λαύρας για πάνω από τριάντα χρόνια. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, έχουν εκπαιδευτεί χιλιάδες ιερείς και δεκάδες επίσκοποι, ενώ παράλληλα, η Ακαδημία έχει αναπτύξει την δική της ιδιαίτερη εκπαιδευτική και επιστημονική παράδοση.
Σήμερα όλα αυτά απειλούνται με εξαφάνιση. Τι συνέβη άραγε;
Όλα τα κτήρια που βρίσκονται στο έδαφος της Λαύρας των Σπηλαίων αφαιρέθηκαν από την εκκλησία κατά τη σοβιετική περίοδο. Το κράτος εξακολουθεί να τα κατέχει και αποτελούν μέρος του ιδρύματος Εθνική Ιστορικής και Πολιτιστικής κληρονομιάς, το οποίο λειτουργεί στην περιοχή της Λαύρας.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, περίπου εβδομήντα κτήρια στο έδαφος της Λαύρας παραχωρήθηκαν σταδιακά στην Εκκλησία για χρήση. Εφόσον το ίδρυμα Εθνικής Κληρονομιάς δεν μπόρεσε ποτέ να συντηρήσει επαρκώς αυτό το τεράστιο αρχιτεκτονικό σύνολο, τα περισσότερα κτήρια παραδόθηκαν στην εκκλησία σε άθλια κατάσταση. Η εκκλησία φρόντισε για τα εν λόγω κτήρια επί πολλά έτη, προβαίνοντας σε όλες τις απαραίτητες επισκευές. Οι όροι της μίσθωσης έχουν αλλάξει αρκετές φορές τα τελευταία τριάντα χρόνια. Η προηγούμενη σύμβαση μεταξύ της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου και του ιδρύματος Εθνικής Κληρονομιάς υπογράφηκε το 2013 και προέβλεπε ότι οι ναοί και τα διάφορα κτήρια θα παραχωρούνταν στην εκκλησία δωρεάν και για αόριστο χρόνο.
Τον Δεκέμβριο του 2022, όμως, όταν οι σχέσεις μεταξύ κράτους και της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας άρχισαν να επιδεινώνονται, ξεκίνησαν τα πρώτα βήματα για την ακύρωση της συμφωνίας του 2013. Στις 23 Δεκεμβρίου του περασμένου έτους, το Υπουργικό Συμβούλιο της Ουκρανίας συγκρότησε μια ενδοϋπηρεσιακή ομάδα εργασίας με εντολή να επιθεωρήσει όλα τα κτήρια στο έδαφος της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου που μεταβιβάστηκαν στην εκκλησία βάσει της συμφωνίας του 2013. Η εν λόγω ομάδα εργασίας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρχαν σημαντικές παραβιάσεις στη χρήση των ναών, καθώς και άλλων εγκαταστάσεων. Με βάση τα ανωτέρω, το ίδρυμα εθνικής Κληρονομιάς δήλωσε τη πρόθεσή του να καταγγείλει τη σύμβαση με τη Λαύρα με ισχύ από τις 29 Μαρτίου 2023 και απαίτησε από τα ιδρύματα της εκκλησίας να εγκαταλείψουν όλα τα κτήρια στο έδαφος της Λαύρας. Αυτό ισχύει και για τις εγκαταστάσεις της Θεολογικής Ακαδημίας του Κιέβου. Εκτός απ’ αυτό, η Ακαδημία δεν έλαβε καμία επίσημη ειδοποίηση για τη διαπίστωση παραβιάσεων των κανονισμών μίσθωσης στα κτήριά της. Ακόμη και σήμερα, δεν έχουμε λάβει καμία τέτοια πληροφορία από το ίδρυμα Εθνικής Κληρονομιάς.
Τώρα το κράτος απαιτεί από εμάς με τελεσίγραφο να αποδεσμεύσουμε τα κτήρια, στα οποία στεγάζεται η Ακαδημία για περισσότερο από τριάντα χρόνια. Εάν πραγματοποιηθεί αυτή η έξωση (και τώρα, δυστυχώς, πρόκειται να συμβεί), το κορυφαίο εκπαιδευτικό ίδρυμα της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, με περισσότερα από 400 χρόνια ιστορίας, απλώς θα πάψει να υπάρχει.
Ωστόσο, η Ακαδημία δεν μπορεί να μετεγκατασταθεί κάπου αλλού. Η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία δεν διαθέτει κτήρια που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως εγκαταστάσεις της Ακαδημίας. Εκτός απ’ αυτό, το κράτος δεν μας προσφέρει τίποτα σε αντάλλαγμα. Ως εκ τούτου, η Ακαδημία βρίσκεται στα πρόθυρα της εξαφάνισης. Ειλικρινά εύχομαι να κάνω λάθος, άλλα όλες οι ενδείξεις παραπέμπουν ότι η διάλυση της Ακαδημίας αποτελεί έναν από τους στόχους του κράτους.
Ασφαλώς, καμία εκκλησιαστική δομή δεν μπορεί να υφίσταται χωρίς ένα καλά εδραιωμένο σύστημα για την εκπαίδευση των ποιμένων της. Γι’ αυτό αν το κράτος σκοπεύει να διαλύσει την εκκλησία μας, τότε είναι λογικό να καταργήσει το εκπαιδευτικό της κέντρο.
Όσο τετριμμένο κι αν ακούγεται, η Ουκρανία σήμερα υποβάλλεται σε μια δύσκολη δοκιμασία δημοκρατικής συνείδησης. Ο ουκρανικός λαός δεν υπερασπίζεται μόνο τη γη του στο πεδίο της μάχης, αλλά πρέπει να μάθει να προστατεύει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του κάθε πολίτη. Εάν η Ουκρανία επιλέξει τον ευρωπαϊκό δρόμο ανάπτυξης, το κράτος πρέπει να τιμήσει τη συμφωνία του, χωρίς να ευνοεί μία θρησκευτική ομολογία αποκλείοντας απροκάλυπτα την άλλη, ανεξάρτητα απ’ την κατάσταση. Δεν πρέπει να γίνουμε αυτό που μισούμε.
Για να είμαστε σαφείς, αν κάποιος επίσκοπος, ιερέας ή μοναχός της Εκκλησίας μας έχει διαπράξει έγκλημα, πρέπει να τιμωρηθεί σύμφωνα με το νόμο. Ωστόσο, έχω τη βαθιά πεποίθηση, ότι είναι απαράδεκτο να μιλάμε για συλλογική ευθύνη ολόκληρης της Εκκλησίας εξαιτίας εγκλημάτων μεμονωμένων μελών της. Η ίδια η έννοια της «συλλογικής ενοχής» αποτελεί αδιαμφισβήτητο απόηχο της σοβιετικής νοοτροπίας, με την εμμονή της στον στιγματισμό ορισμένων κοινωνικών ομάδων ως «εχθρών του λαού».
Δεν χάνω την ελπίδα ότι η Ουκρανία θα ξεπεράσει και αυτή τη δοκιμασία και δεν θα καταστεί σωσίας του εχθρού που τώρα αντιμετωπίζει.
Ελπίζω ότι η Θεολογική Σχολή του Κιέβου δεν θα υποστεί την Τρίτη διάλυση της μέσα σε έναν αιώνα. Ως εκ τούτου, ζητώ από τη διεθνή ακαδημαϊκή κοινότητα να εξετάσει την κατάσταση με ανοιχτό μυαλό, απορρίπτοντας οποιαδήποτε στερεότυπα και γενικεύσεις. Η Ακαδημία μας σήμερα χρειάζεται πραγματικά την υποστήριξη της παγκόσμιας ακαδημαϊκής κοινότητας, καθώς και πρακτική βοήθεια αναφορικά με το νομοθετική πλαίσιο.
Ο Αρχιεπίσκοπος Σίλβεστρος (Στόιτσεφ) είναι Αρχιεπίσκοπος του Μπιλχόροντ, εφημέριος της Μητρόπολης Κιέβου, πρύτανης της Θεολογικής Ακαδημίας και του Σεμιναρίου του Κιέβου, καθώς και προκαθήμενος του Νοτιοανατολικής έδρας του Κιέβου. Από το 2020. Το κανάλι youtube του Αρχιεπισκόπου Σιλβέστρου ( https://www.youtube.com/@user-ts2zu1qw7e ) παρουσιάζει τις διαλέξεις του στη Δογματική, την Απολογητική, μαζί με κηρύγματα και συνεντεύξεις.