
Καταρχάς θα ήθελα να ξεκαθαρίσω τη θέση μου: Είμαι Ουκρανή, Ορθόδοξη, ενδιαφέρομαι και έχω εμπειρία στην εδραίωση της ειρήνης. Επιπλέον είμαι συν-μεταφράστρια του κειμένου Υπέρ της του κόσμου ζωής: Το κοινωνικό ήθος της Ορθόδοξης Εκκλησίας στα ουκρανικά και τα ρωσικά. Πιστεύω ότι το εν λόγω κείμενο αποτελεί μια εμβριθή και εμπνευσμένη μαρτυρία για τις δυνατότητες της «μεταβυζαντινής» Εκκλησίας στον σύγχρονο κόσμο. Ωστόσο, εδώ και πάνω από ένα χρόνο, έχω ορισμένες απορίες σχετικά με την ενότητα «Πόλεμος, ειρήνη και βία» ενόψει της ρωσικής επιθετικότητας στη χώρα μου. Πρόκειται για ένα ζήτημα που άπτεται της μη-βίας, της αυτοάμυνας και της νίκης από Ουκρανική άποψη.
Σύμφωνα με το κείμενο του Κοινωνικού ήθους: «κάθε επιβολή βίας εναντίον άλλου ανθρώπου αποτελεί, στην πράξη, βία εναντίον κάποιου μέλους της δικής μας οικογένειας, ενώ η δολοφονία ενός ανθρώπου–ακόμη και όταν αυτή είναι αναπόφευκτη– συνιστά, κατ’ ουσίαν, δολοφονία του δικού μας αδελφού ή της δικής μας αδελφής […] τελικά μπορούμε ορθά να ισχυριστούμε ότι η βία αποτελεί την κατ’ εξοχήν αμαρτία». Το ιδεώδες της μη-βίας των αγίων Μπόρις και Γκλέμπ θεωρείται ως «ιδεώδες της ανθρώπινης συμπεριφοράς, όπως την υπέδειξε ο Χριστός κατά τη διάρκεια της επίγειας διακονίας του». Εντωμεταξύ, η βία λόγω αυτοάμυνας χαρακτηρίζεται ως «τραγική αναγκαιότητα της βίας, την οποία καλούνται να χρησιμοποιήσουν άτομα, κοινότητες, και κράτη προκειμένου να υπερασπιστούν εαυτούς και αλλήλους από κάθε άμεση απειλή βίας».
«Η αυτοάμυνα χωρίς δόλο είναι συγγνωστή», αν και οποιαδήποτε υιοθέτηση κριτηρίων «δικαίου πολέμου» απορρίπτεται κατηγορηματικά ως αντίθετη με την Ορθόδοξη διδασκαλία. Ερμηνεύοντας το χωρίο από το Κατά Ιωάννη 15:13 («μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδείς ἔχει, ἵνα τις τὴν ψυχήν αὐτοῦ θῇ ὑπέρ τῶν φίλων αὐτοῦ»), το κείμενο μας υπενθυμίζει ότι «όταν πρέπει κανείς να υπερασπιστεί τον αθώο ενάντια στον άπληστο, το μόνο κατάλληλο χριστιανικό κίνητρο προς την κατεύθυνση αυτή είναι η αγάπη», ενώ επίσης μας επισημαίνει ότι σταυρός του Χριστού αποτελεί τον «κατεξοχήν τόπο της οικειοθελούς παράδοσης στη βία, αλλά και της μη εκδίκησης». Είναι σημαντικό ότι αναφέρεται πως όλες οι πλευρές που λαμβάνουν μέρος στη σύγκρουση υποφέρουν λόγω της βίας, συμπεριλαμβανομένων «πολλών στρατιωτών, αστυνομικών και δραστών βίας», ενώ η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν «θα σταματήσει να προσφέρει πνευματική θεραπεία στα θύματα της βίας και σε εκείνους που ασκούν βία, φροντίζοντας όλους όσους είναι δεκτικοί του ελέους και της χάριτος του Θεού». Η ενότητα κλείνει εγκωμιάζοντας τους ειρηνοποιούς γενικά.
Η παραπάνω στάση απέναντι στη βία είναι διαφορετική από την πολύ πιο επιθετική άποψη του κείμενου Η Θεμελιώδης Κοινωνική Διδασκαλία της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας (2000) και εναρμονισμένη με την παγκόσμια παράδοση της εδραίωσης της ειρήνης, όπως αναπτύσσεται στη Δύση μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και κυρίως από τη δεκαετία του 1970 κι έπειτα. «Εν, ολίγοις, η εν λόγω παράδοση επισημαίνει ότι για να επιτύχουμε την ειρήνη, πρέπει να σκεφτόμαστε με όρους μη-βίας και ‘δίκαιης ειρήνης’ αντί με όρους βίας και ‘δίκαιου πολέμου’. Τα παραδείγματα οικοδόμησης της ειρήνης αναπτύχθηκαν σε μεγάλο βαθμό από τα μέλη των λεγόμενων παραδοσιακών ‘εκκλησιών της ειρήνης’, κυρίως από τους Μεννονίτες, των οποίων η ηθική βασίζεται στη ριζική μη-βία, καθώς και στην προθυμία να προχωρήσουν στην απόλυτη θυσία για τον εχθρό» (J. P. Lederach). Τα εν λόγω παραδείγματα έχουν καταστεί ήδη από τη δεκαετία του 1960 θεμελιώδη για την Ρωμαιοκαθολική εκκλησία. Στον σύγχρονο Ορθόδοξο κόσμο, η θεολογία της ειρήνης προωθείται εδώ και πολλά χρόνια από τον Ορθόδοξο Σύλλογο για την Ειρήνη. Το πρόσφατα εκδοθέν βιβλίο Orthodox Christian Perspectives on War (2017), [Ορθόδοξες Χριστιανικές απόψεις περί πολέμου], του οποίου ορισμένοι συγγραφείς είχαν λάβει μέρος και στη σύνταξη του κειμένου για το Κοινωνικό ήθος, είναι διάσπαρτο από αναφορές στη μη-βία, αν και δεν προβαίνει σε διάκριση μεταξύ «δολοφονίας» και «φόνου», ενώ υποδηλώνει την εγγύτητα μεταξύ της Ορθόδοξης θεολογίας και του ιδεώδους της δίκαιης ειρήνης (στο άρθρο του π. Perry Hamalis).
Ήδη από την έναρξη της πλήρους κλίμακας ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία, έχουν γίνει πολλές αναφορές από πολλούς Ορθοδόξους ανά τον κόσμο αναφορικά με την ανάγκη για ειρήνη και μη-βία. Τα μηνύματα αυτά κυρίως απευθύνθηκαν στο ρωσικό κράτος και την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία ευλογεί και υποστηρίζει τον πόλεμο. Η συνδιάσκεψη «Πόλεμος και Ειρήνη» που διενεργήθηκε στο συνέδριο της ΙΟΤΑ το 2023 στον Βόλο ασχολήθηκε εκτενώς με τον εν λόγω θέμα. Στην ομιλία του για την ειρήνη ο πρόεδρος του Ορθόδοξου Συλλόγου για την Ειρήνη, Nickolas Sooy υπογράμμισε την ανάγκη καλλιέργειας της κουλτούρας της μη-βίας και της θεολογίας της ειρήνης, έχοντας στο νου προφανώς την τρέχουσα ρωσική επιθετικότητα. Στην πρόσφατη διάλεξή του στις 7 Μαρτίου με τίτλο «Σώσον κύριε τον λαόν σου και η ιεροποίηση της βίας στα εκκλησιαστικά κείμενα», ο Τζορτζ Δημακόπουλος συνέδεσε την αποδοχή της βίας κατά τη διάρκεια της ιστορικής πορείας του Βυζαντίου και την χρησιμότητά για την σύσταση μια χριστιανικής αυτοκρατορίας με την ρητορική της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, ενώ παράλληλα άσκησε κριτική στην παραπάνω αντίληψη. Είναι σαφές ότι σήμερα πρέπει να δείξουμε πως η βία δεν μπορεί να δικαιολογηθεί μέσω μιας μεταβυζαντινής ορθόδοξης άποψης και ασφαλώς συμφωνώ με αυτό.
Ωστόσο, όταν η ίδια ειρηνιστική ρητορική της μη-βίας και της ειρήνης, χωρίς να λαμβάνει υπόψην της το ζήτημα της άμυνας, απευθύνεται στην πραγματικότητα της Ουκρανίας σήμερα· νιώθω, όχι μόνο εγώ, αλλά και άλλοι Ουκρανοί κάπως άβολα και οδυνηρά – ενώ το ίδιο συμβαίνει και όταν πολλοί άνθρωποι νομίζουν ότι οι Ουκρανοί πρέπει να μοιράζονται μια κοινή γλώσσα με τους Ρώσους που είναι κατά του πολέμου. Σύνολη η Ουκρανία προσεύχεται όχι απλά για ειρήνη, αλλά για τις Ένοπλες Δυνάμεις της Ουκρανίας και για τη νίκη τους εδώ και ένα χρόνο. Σχεδόν κάθε Ουκρανική οικογένεια έχει κάποιο μέλος της ή συγγενή της που υπηρετεί στον στρατό. Για περισσότερο από ένα χρόνο ή καλύτερα για δέκα χρόνια σχεδόν, πολλοί άνθρωποι (οι συγγενείς και οι φίλοι κάποιων) έχουν δώσει τη ζωή τους στην πρώτη γραμμή του μετώπου, ενώ ακόμη και στις πόλεις, άμαχοι υποφέρουν και σκοτώνονται. Ωστόσο η πλειοψηφία των Ουκρανών δεν είναι διατεθειμένη να συμφωνήσει με την κατοχή και τη γενοκτονία που προσφέρεται ως λύση εκ μέρους των Ρώσων, γι’ αυτό και διαλέγει την ένοπλη αντίσταση.
Χαρακτηριστικό της ουκρανικής αντίληψης για τον Θεό και τον πόλεμο είναι το πρόσφατο κήρυγμα του Μητροπολίτη Κιέβου Επιφανίου (13 Απριλίου). Καταρχάς, έχοντας στο νου τη ρωσική πλευρά, διακηρύσσει ότι ο πόλεμος δεν μπορεί να θεωρηθεί «ιερός» και ότι αποτελεί συνέπεια μιας μεγάλης αμαρτίας, γι’ αυτό δεν δύναται να ιεροποιηθεί ή να έχει οποιαδήποτε σχέση με τον Θεό. Συνεχίζει στο πνεύμα του κειμένου του Κοινωνικού ήθους: «Είναι πολύ σημαντικό όσον αφορά τον πόλεμο και την ειρήνη να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους: το μίσος είναι μίσος, η αδικία είναι αδικία και ο φόνος είναι φόνος […] Καμία πολιτική, ιδεολογική ή άλλη ερμηνεία δεν μπορεί να δικαιολογήσει την ολέθρια και καταστροφική φύση του πολέμου, ο οποίος είναι μια τρομερή αμαρτία και έγκλημα κατά της ανθρωπότητας». Παρόλα αυτά, στο δεύτερο μέρος του κηρύγματος, απευθυνόμενος στους Ουκρανούς εξηγεί αναλυτικά γιατί η Εκκλησία ευλογεί τους στρατιώτες: «σε αντίθεση με τους επιτιθέμενους, οι στρατιώτες μας είναι υπερασπιστές. Δεν καταπατούν την περιουσία άλλων ανθρώπων, δεν έρχονται σε μια ξένη χώρα με τα όπλα, δεν διαπράττουν επιθετικές ενέργειες, δεν βλάπτουν εσκεμμένα άλλους, δεν θυσιάζουν τη ζωή άλλων ανθρώπων». Πραγματοποιούν ένα κατόρθωμα αυτοθυσίας, θέτοντας τον εαυτό τους σε κίνδυνο για χάρη των άλλων, δείχνοντας τον υψηλότερο βαθμό αγάπης (Κατά Ιωάννην 15:13). Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά των «διδόντων μάχαιραν» από εκείνους που αμύνονται. Ο στρατός και τα όπλα δεν απαγορεύονται στην Αγία Γραφή, ενώ σύμφωνα με την χριστιανική διδασκαλία χρησιμοποιούνται για την αυτοάμυνα και όχι για την επίθεση. Η Εκκλησία του Χριστού είναι κατά της βίας, ωστόσο υπερασπίζεται πάντα την αλήθεια, την ειρήνη και τον πλησίον». Εδώ τονίζεται ισχυρότερα η αυτοάμυνα, και πιστεύω ότι καταρχήν τη συμμερίζεται η πλειοψηφία των Ορθόδοξων Ουκρανών ανεξάρτητα σε ποια εκκλησιαστική δικαιοδοσία ανήκουν.
Υποθέτω ότι η έλλειψη θετικής ερμηνείας της αυτοάμυνας στο κείμενο περί Κοινωνικού ήθους μπορεί να εξηγηθεί από τους εξής δύο λόγους: (1) την επιθυμία να αποφευχθεί οποιαδήποτε «βυζαντινού» ή άλλου τύπου δικαιολόγηση ή ιεροποίηση της βίας και του στρατού, αν και το κείμενο τηρεί αποστάσεις από τον ριζοσπαστικό ειρηνισμό (2) το πολιτισμικό πλαίσιο των συγγραφέων του κειμένου και η έλλειψη (ή απουσία) εμπειρίας επιθετικής πολεμικής ενέργειας (και μάλιστα από άλλο «ορθόδοξο έθνος»). Αντιλαμβάνομαι επίσης ότι η σύγχρονη, μεταβυζαντινή ορθόδοξη απόρριψη της ιεροποίησης της βίας εξηγείται θεολογικά από το να ΜΗΝ θέλουμε καθόλου να εμπλέξουμε τον Θεό στην «κατεξοχήν» αμαρτία. Πιστεύουμε όμως άραγε πως θα ήταν ανάρμοστος ο ισχυρισμός ότι οι ξεκάθαρα αμυντικές ενέργειες δεν δικαιολογούνται μόνο θεολογικά αλλά είναι ευλογημένες από τον Θεό ακόμη και στη μεταβυζαντινή εποχή; Νομίζουμε μήπως ότι είναι «ύποπτο» σήμερα η Ουκρανία να προσεύχεται όχι μόνο για ειρήνη, αλλά και για νίκη– όχι μια νίκη κατάκτησης του άλλου, αλλά τερματισμού της ρωσικής γενοκτονίας;– η οποία δεν αναφέρεται στο κείμενο του Κοινωνικού ήθους ούτε ως πιθανότητα, χωρίς φυσικά και σε καμιά περίπτωση να αρνούμαστε την ανάγκη θεραπείας για όλες τις πλευρές στο τέλος. Ή μήπως αναμένεται οι Ουκρανοί να προσεύχονται μόνο για τη θαυματουργή μεταστροφή του εχθρού, ενώ ο τελευταίος τους τρομοκρατεί μαζικά χωρίς λόγο; Μήπως το να ευλογούμε τους στρατιώτες και να προσευχόμαστε για τη νίκη σε αυτήν την περίπτωση μας φέρνει πίσω στο «Βυζάντιο»; Παρόλο που η Ουκρανία, σε αντίθεση με τη Ρωσία, δεν έχει αυτοκρατορικές φιλοδοξίες. Ή μήπως απλά θέλουμε να τα «αφήσουμε όλα στον Θεό», στο «μυστήριο», δίχως να αναλωνόμαστε σε «πολύ ανθρώπινα» πράγματα;…
Ναι, καταλαβαίνω ότι η ευλογία του στρατού και η προσευχή για την νίκη, λαμβάνοντας υπόψη όλη τη βία στην οποία ενεπλάκησαν οι Ορθόδοξοι ιστορικά, μπορεί να φαίνεται άβολη στη Δύση, όπως και το κήρυγμα της μη-βίας στους Ουκρανούς. Φυσικά, μπορεί να είναι εύκολο να χειραγωγηθούν τα πάντα και τελικά η Ρωσία και η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία υποστηρίζουν ότι αμύνονται επίσης έναντι του κακού της Δύσης στην Ουκρανία, ενώ συχνά χρησιμοποιούν το χωρίο 15:13 του Κατά Ιωάννην για να δικαιολογήσουν την επιθετικότητά τους. Επιπλέον, σήμερα η βία μερικές φορές λαμβάνει χώρα εντός και γύρω από Ορθόδοξες εκκλησίες στην Ουκρανία· βίαιες πράξεις διαπράττονται από Ουκρανούς με διαφορετικές πολιτικές και εκκλησιαστικές απόψεις. Ωστόσο, το ερώτημα που τίθεται στο πλαίσιο της δοκιμαζόμενης ουκρανικής κοινωνίας εξακολουθεί να παραμένει. Η ίδια γλώσσα της μη-βίας δεν λειτουργεί αποτελεσματικά για τη Ρωσία και την Ουκρανία ταυτόχρονα, γι’ αυτό το εν λόγω ζήτημα πρέπει να αντιμετωπιστεί με πιο ουσιαστικό τρόπο.